Με οδηγό τους κανόνες του Νέου Συμφώνου Σταθερότητας ο προϋπολογισμός του 2025

0

Προσαρμοσμένος στις απαιτήσεις του νέου – αυστηρότερου – Συμφώνου Σταθερότητας, θα είναι ο νέος προϋπολογισμός, όπως τουλάχιστον προκύπτει από την εγκύκλιο για την κατάρτιση του προσχεδίου που απηύθυνε το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους προς τα υπουργεία και τους φορείς του Δημοσίου.

Οι φορείς θα πρέπει να παρουσιάσουν τις προτάσεις τους «το αργότερο μέχρι την 31η Ιουλίου 2024» έχοντας ως «οδηγό» «το πλέγμα των νέων δημοσιονομικών κανόνων της Κομισιόν που διασφαλίζουν τον αποτελεσματικό συντονισμό των υγιών οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών».

Υπενθυμίζεται ότι με το νέο κανονισμό καθορίστηκαν λεπτομερείς κανόνες σχετικά με το περιεχόμενο, την υποβολή, την αξιολόγηση και την παρακολούθηση εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών διαρθρωτικών σχεδίων στο πλαίσιο πολυμερούς δημοσιονομικής εποπτείας από το Συμβούλιο και την Επιτροπή, με σκοπό να προωθούνται τα υγιή και βιώσιμα δημόσια οικονομικά, η βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη και η ανθεκτικότητα μέσω μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, καθώς και να προλαμβάνονται τα υπερβολικά δημοσιονομικά ελλείμματα.

Οι κρατικές πρωτογενείς δαπάνες αποτελούν πλέον το βασικό εργαλείο δημοσιονομικής πειθαρχίας, καθώς δεν θα μπορούν να αυξηθούν περισσότερο από το όριο του 3%, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα τα πρωτογενή πλεονάσματα, για τα οποία, έτσι κι’ αλλιώς η Ελλάδα, έχει την υποχρέωση να υπηρετεί το στόχο του 2,1% για τα επόμενα χρόνια.

Με βάση τον κανόνα για τις δαπάνες η χώρα δεν μπορεί να υπερβεί το 2025 τα 115 δισεκ. ευρώ (από περίπου 111,6 δισεκ. ευρώ φέτος).
Οι φορείς του Δημοσίου καλούνται «να προσδιορίσουν τα προσδοκώμενα έσοδα καθώς και την προέλευσή τους στη βάση της προκαθορισμένης αναλυτικής κωδικοποιημένης ταξινόμησης».

Στο πλαίσιο της κατάρτισης του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής, και των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού, οι αρμόδιοι φορείς καλούνται να κάνουν:

α) τις εκτιμήσεις εσόδων του τρέχοντος έτους (2024),

β) τις προβλέψεις εσόδων για το έτος προϋπολογισμού (2025) και:

γ) τις προβλέψεις εσόδων για τα τρία επόμενα έτη (2026-2028).

Ειδικά για τα φορολογικά έσοδα, οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) θα πρέπει να προβούν σε προβλέψεις για τις διάφορες κατηγορίες των φορολογικών εσόδων.

Όπως ανέφερε χθες από το βήμα του Economist ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, έως το 2027, η εφαρμογή της φορολογικής μεταρρύθμισης και των 11 διαφορετικών δράσεων για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, εκτιμάται ότι θα αποφέρουν επιπλέον έσοδα ύψους 2,5 δισεκ. ευρώ ετησίως και θα δημιουργήσουν δημοσιονομικό χώρο για τη μείωση των φόρων.

Ο υπουργός εκτίμησε ότι ο εξ ορθολογισμός στην πολιτική των επιδομάτων που θα προωθήσει η κυβέρνηση για την καλύτερη στόχευσή τους, θα έχει ουδέτερο αποτέλεσμα για τον προϋπολογισμό.

Φιλόδοξοι στόχοι

Η κατάρτιση του νέου προϋπολογισμού, σε κάθε περίπτωση, γίνεται σε δυσμενέστερες συνθήκες σε σχέση με τον τρέχοντα, λόγω των υψηλών στόχων που έχουν τεθεί στο Πρόγραμμα Σταθερότητας που περιλαμβάνει τις δημοσιονομικές προβλέψεις των ετών 2024-2025.

Ειδικότερα, προβλέπονται πρωτογενή πλεονάσματα 2,1% τα έτη 2024 και 2025 και σημαντική αποκλιμάκωση δημοσίου χρέους.

Ο λόγος χρέους ως προς το ΑΕΠ, από 172,7% το 2022 και 161,9% το 2023, θα πρέπει να περιοριστεί σε 152,7% το 2024 και 146,3% το 2025 «δίνοντας θετικό σήμα στις αγορές και τους οίκους αξιολόγησης».
Ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς εξελίξεις, εκτιμάται σε 2,5% για το τρέχον έτος και 2,6% για το 2025.

Ο πληθωρισμός, το 2024 αναμένεται να διαμορφωθεί σε 2,6% έναντι 2,7% του μέσου όρου της Ευρωζώνης και το 2025 σε 2% που αποτελεί το στόχο της νομισματικής πολιτικής, έναντι 2,2% του μέσου όρου της Ευρωζώνης.

Στην κατάρτιση του προσχεδίου του προϋπολογισμού θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι παρεμβάσεις κοινωνικής πολιτικής ύψους 880 εκατ. ευρώ για τις οποίες έχει δεσμευθεί η κυβέρνηση. Περιλαμβάνονται:

Η μείωση κατά 0,5% των ασφαλιστικών εισφορών με κόστος 225 εκατ. ευρώ.
Η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος με κόστος 120 εκατ. ευρώ.
Η μονιμοποίηση της επιστροφής του ΕΦΚ στο αγροτικό πετρέλαιο με νέα μέθοδο, με εκτιμώμενο κόστος περί τα 100 εκατ. ευρώ.
Η παράταση της αναστολής του ΦΠΑ στις νέες οικοδομές με κόστος 20 εκατ. ευρώ.
Η αύξηση του φοιτητικού στεγαστικού επιδόματος με κόστος 15 εκατ. ευρώ, και:
Η αύξηση των συντάξεων με βάση το ΑΕΠ και τον πληθωρισμό, με κόστος περί τα 400 εκατ. ευρώ.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ