Ο Σπύρος Πούλης δικαιωματικά θεωρείται από τους πολύ καλούς ηθοποιούς της γενιάς του, με αξιοζήλευτη πορεία και στο θέατρο αλλά και στην τηλεόραση. Με όνειρό του από μικρό παιδί να κατέβει στην Αθήνα και να ζήσει εδώ, τα κατάφερε, όχι μόνο να γίνει κάτοικος της πόλης, αλλά και να διαπρέψει στον χώρο της υποκριτικής. Η συνάντηση μαζί του έγινε με αφορμή την παράσταση «Συννυφάδες» στην οποία πρωταγωνιστεί φέτος το καλοκαίρι και με αφετηρία το έργο μίλησε στα Αθηναϊκά Νέα, το athnews.gr και τη Μελίνα Παπαγεωργίου για το θέατρο, την τηλεόραση, το… καλό και το κακό και βέβαια την Αθήνα!
- Σε πετυχαίνουμε σε ρυθμούς προετοιμασίας για την καλοκαιρινή περιοδεία με τις «Συννυφάδες», πες μας λίγα λόγια για αυτό το έργο.
Οι «Συννυφάδες» είναι ένα κείμενο που το έχει γράψει ο Στέλιος Παπαδόπουλος, είναι μια κωμωδία, η ιστορία εκτυλίσσεται σε μία πόλη της Μακεδονίας, όπου είναι δύο συννυφάδες, είναι παντρεμένα με δύο αδέλφια, δύο τύπους λίγο περίεργους, είναι λίγο λαθρέμποροι, λίγο κακοποιά στοιχεία. Αυτοί οι δύο στήνουν ένα ατύχημα, όλοι νομίζουν ότι είναι νεκροί, ο ένας έχει όντως πεθάνει ο άλλος εχει γλιτώσει, εμπλέκεται και ένας παπάς ο οποίος και αυτός είναι απατεώνας, εμπλέκεται και ένας αστυνόμος κι αυτός διεφθαρμένος, ένας γκανγκστερ και μαζεύονται όλοι στο σπίτι της μίας της συννυφάδας και γίνεται… το μακελειό.
Τα υπόλοιπα θα τα δείτε στην παράσταση!
Γενικά, θεωρώ ότι έχει κάνει πολύ ωραία δουλειά με το κείμενο ο Στέλιος Παπαδόπουλος, είναι μια πολύ ωραία φάρσα, ο θίασος αποτελείται από εξαιρετικούς ηθοποιούς και νομίζω ότι θα έχει κι επιτυχία.
- Μίλησε μας για τον δικό σου ρόλο στο έργο
Εγώ είμαι ο ένας εκ των δύο αδελφών, ένα κακοποιό στοιχείο, που στήνει μια παγίδα και θέλει να απαλλαγεί από όλους, να πάρει τα λεφτά και να φύγει, αλλά τελικά την πατάει. Δικαιώνεται το καλό στο τέλος.
- Στη μυθοπλασία συνήθως δικαιώνεται το καλό, στη ζωή πολλές φορές συμβαίνει το αντίθετο.
Εμένα μου αρέσει να γίνεται αυτό στις δουλειές μου. Θέλω να υπάρχει ηθική δικαίωση, γιατί ακριβώς επειδή στη ζωή συμβαίνει το αντίθετο, τουλάχιστον στο θέατρο, ας κερδίζει το καλό, το δίκαιο, το ηθικό, μήπως δώσουμε και παράδειγμα και γίνει και στη ζωή μας.
- Το έργο, από ότι καταλαβαίνω είναι μία «ωδή στην απατεωνιά», τι επίκαιρο λοιπόν έχει, για να έρθει κάποιος να το δει;
Το είπες μόνη σου, το είπες ωραία, «ωδή στην απατεωνιά», δεν είναι αυτό επίκαιρο; Τι πιο επίκαιρο; Εδώ εμπλέκεται η εξουσία, εμπλέκονται απατεώνες, εμπλέκονται μεροκαματιάρηδες, όλη η κοινωνία είναι διαπλεκόμενη, αυτό μας λέει αυτό το έργο. Δηλαδή αυτό που είπες ήταν πολύ πετυχημένο, η ωδή στην απατεωνιά δε μπορεί να μην είναι επίκαιρη.
- Στην παράσταση συναντιέστε ένας πολύ ωραίος θίασος με «μαέστρο» τον Γιάννη Μποσταντζόγλου.
Ο Γιάννης κάνει τη σκηνοθεσία και ενσαρκώνει και έναν ιερωμένο στην παράσταση. Εγώ πιστεύω, όχι εγώ μόνο βασικά, είναι κοινώς αποδεκτό ότι ο Γιάννης είναι ένας άνθρωπος που ξέρει πολύ καλά το θέατρο και πρέπει να σκηνοθετεί, γιατί γνωρίζει πάρα πολύ καλά και τις λειτουργίες του ηθοποιού και τις λειτουργίες ενός έργου, ξέρει τη σκηνή, ξέρει τα πάντα. Για μένα είναι μεγάλη χαρά και ευτυχία κάθε φορά που παίζω με τον Γιάννη.
- Πώς είναι να παίζεις μαζί με τον σκηνοθέτη;
(γέλια) Αυτό, τώρα που μου το λες νομίζω ότι δεν το έχω ξανακάνει. Λες να είναι περίεργο; Μου έβαλες σκέψεις, γιατί θα είναι περίεργο, επειδή εφόσον το έχει στήσει εκείνος όλο το έργο, έχει και όλη την ευθύνη, οπότε σκέφτεσαι «μην κάνω κανένα λάθος», δηλαδή δεν πρέπει να ξεφύγεις από αυτό που σου έχει πει, και αυτό είναι και το σωστό βέβαια. Λοιπόν μου έχει τύχει άλλη μία φορά, αλλά ήταν από τις πρώτες μου παραστάσεις, με τον Δάνη Κατρανίδη, πριν από 25 χρόνια.
- Πέρα από το θέατρο έχεις μία μεγάλη πορεία και στη μικρή οθόνη. Στο μυαλό του κοινού θεωρείς ότι έχεις περάσει μέσα από το θέατρο ή από την τηλεόραση;
Θα έλεγα πιο πολύ από το θέατρο, θεωρώ ότι έχω μείνει στον κόσμο μέσα από το θέατρο. Εγώ όταν πρωτοβγήκα, βγήκα με τον Φιλάργυρο το 1992 με τον Σταύρο Παράβα στον πρωταγωνιστικό ρόλο, δεν είχα παίξει ακόμα στην τηλεόραση και συνέχισα με το θέατρο και έπαιζα πολύ ωραίους ρόλους στο θέατρο, στην τηλεόραση ήρθαν πιο μετά οι ρόλοι και ομολογώ πως ακόμα περιμένω και κάτι άλλο από την τηλεόραση. Τουλάχιστον εγώ δηλαδή δεν έχω νιώσει αυτό «το κάτι», ο κόσμος μπορεί να το έχει νιώσει, αλλά εγώ όχι ακόμα.
Μου άρεσε πολύ ο ρόλος μου στα «Κάτι Χωρισμένα Παλικάρια», αλλά δεν τον χόρτασα πολύ, γιατί περίμενα ότι θα πάει και δεύτερη χρονιά, δεν πήγε και θέλω κάτι έτσι έντονο, ακόμα το ψάχνω.
- Επειδή βάλαμε στη συζήτηση και την τηλεόραση εκτός από το θέατρο, θέλω να σε ρωτήσω αν υπάρχει ο διαχωρισμός ηθοποιός θεάτρου, ηθοποιός τηλεόρασης;
Ναι υπάρχει αυτός ο διαχωρισμός και νομίζω ότι το διαχωρίζει και το κοινό ακόμα που βλέπει. Δηλαδή βλέπεις ανθρώπους που δεν είναι γνωστοί στο ευρύ κοινό, αλλά ο κόσμος πάει να τους δει, άρα αυτοί οι άνθρωποι έχουν «περάσει» στο κοινό από το θέατρο.
- Η τηλεόραση όμως παραμένει το μέσο για να γίνεις γνωστός;
Είναι ναι, ωστόσο στην τηλεόραση βλέπουμε και πράγματα που δεν αντέχουν στον χρόνο. Γιατί μπορεί να εκτοξευθούν κάποιοι άνθρωποι με ένα σίριαλ και μετά από κάποια χρόνια να έχουν εξαφανιστεί εντελώς από τη δουλειά. Γιατί η τηλεόραση έχει έναν τρόπο να καλύπτει και κάποιες αδυναμίες, ενώ στο θέατρο είσαι γυμνός.
- Γυρνώντας στις «Συννυφάδες» τι σε έκανε να πεις το ναι στη δουλειά αυτή; Και τι σε κάνει γενικά να πεις ναι σε μία δουλειά;
Στη συγκεκριμένη δουλειά, εγώ βρήκα το έργο, μαζί με τον Γιάννη (σ.σ Μποσταντζόγλου). Του είπα ότι έχω διαβάσει μία πολύ ωραία κωμωδία, σύγχρονη, άρεσε και στον Γιάννη και μου λέει φέρε το να το κάνουμε. Συνήθως για να επιλέξω μία δουλειά θέλω να μου αρέσει το έργο, από εκεί και πέρα και με την εμπειρία μου πλέον και μεγαλώνοντας, δε ξέρω μπορεί και να παραξενεύω, αλλά θέλω και οι συνεργασίες που θα κάνω και οι άνθρωποι που θα παίξουμε μαζί να είναι καλές. Να υπάρχει ωραία συνεργασία και να είναι άνθρωποι ταλαντούχοι.
- Μετά από μία πανδημία, με εγκλεισμούς, με τον πολιτισμό σε μεγάλη κρίση όλο αυτό το διάστημα, με την ανάδειξη του ελληνικού #metoo με τις καταγγελίες και τις υποθέσεις που είναι και σε εξέλιξη δικαστικά, πώς είναι να είσαι ηθοποιός σε αυτή την Ελλάδα το 2022;
Έχεις απόλυτο δίκιο, ο πολιτισμός «έφαγε» το μεγαλύτερο χαστούκι. Βέβαια δε γινόταν κι αλλιώς, έπρεπε να γίνει, από την άλλη όμως έπρεπε να μας προστατέψουν καλύτερα. Έγιναν κάποια πράγματα, να μην είμαστε αχάριστοι, δόθηκαν και κάποιες αποζημιώσεις, απλά εγώ θεώρησα ότι ήταν υπερβολικό το κλείσιμο αυτό γιατί τα θέατρα τηρούσαν όλα τα μέτρα από την αρχή και οι εργαζόμενοι και ο κόσμος. Με το που άνοιξαν τα θέατρα δούλεψαν καλά, γιατί ο κόσμος ήθελε να βγει, κι εγώ ήθελα, μου λείπει η αγκαλιά, ήθελα να αγκαλιάσω ανθρώπους, φίλους, συγγενείς και ο κόσμος φάνηκε ότι είχε την ανάγκη να βγει, αρχές Γενάρη με τα πολλά κρούσματα ο κόσμος μαζεύτηκε πάλι και ξαναβγήκε λίγο αργότερα και πιστεύω ότι το καλοκαίρι θα είναι καλό.
Σε ότι αφορά το κομμάτι των καταγγελιών, με τις δίκες και τις κακές συμπεριφορές κλπ, ήταν ένα σοκ για τον χώρο, γιατί ξαφνικά τσουβαλιάστηκε ένα επάγγελμα, τον πρώτο καιρό δε σου κρύβω ότι ήταν περίεργα, αισθανόμασταν άσχημα και έπρεπε να απολογούμαστε και για πράγματα τα οποία ναι μεν συμβαίνουν και σε άλλους χώρους, και είμαι σίγουρος και χειρότερα περιστατικά, αλλά επειδή το επάγγελμά μας έχει την μεγάλη προβολή έγινε τόσο έντονο. Το θέατρο δεν είναι αυτό. Είναι αλλιώς τα πράγματα, δε γίνεται επειδή υπήρξαν κάποια συγκεκριμένα περιστατικά να τσουβαλιάζεις 5.000 ανθρώπους. Εγώ δεν έχω αντιμετωπίσει τέτοια περιστατικά και συμπεριφορές.
- Διαβάζοντας μία συνέντευξη σου, αναφερόμενος στις κόρες σου είπες πως έχουν εκφράσει την επιθυμία να ακολουθήσουν το επάγγελμά σου. Ποια είναι η δική σου συμβουλή;
Δεν έχω καμία αντίρρηση για κανέναν άνθρωπο εάν θέλει να το δοκιμάσει το επάγγελμα αλλά καλό θα ήταν επειδή ζούμε και σε τέτοιες εποχές, να έχεις κάτι άλλο από πίσω, μία άλλη σχολή, μία άλλη δουλειά, εκτός αν είσαι πλούσιος, εάν έχεις εισοδήματα οκ, γιατί το επάγγελμα μας είναι πολύ ανασφαλές, δύο φορές τον χρόνο ψάχνεις για δουλειά, μπορεί να μην αξίζεις βέβαια.
- Όλοι οι ηθοποιοί που είναι μπροστά στα φώτα τώρα αξίζουν;
Ένας άνθρωπος που αντέχει στο θέατρο 10-15 χρόνια ανεξάρτητα από το αν είναι του γούστου μας, για να στέκεται εκεί κάτι αξίζει. Εγώ τρελαίνομαι με κάποιες περιπτώσεις που λένε ότι ο κλάδος έχει ανεργία, αλλά ο κλάδος έχει και πολλούς ανθρώπους που δεν κάνουν για τον κλάδο. Νομίζω ότι έχουμε παιδιά που δεν αξίζουν και κακώς λέμε, «γιατί δεν δουλεύει αυτός», όχι δεν είναι κακώς, μπορεί να μην κάνει, μπορεί να έχει ένα άλλο ταλέντο κάπου αλλού αλλά όχι στο θέατρο. Είναι λίγες οι περιπτώσεις που χάθηκαν πραγματικά ταλέντα. Το θέατρο μπορεί να μοιάζει για κάποιους απλό, αλλά δεν είναι.
- Είπες νωρίτερα, ότι παρόλα τα χρόνια που είσαι στην τηλεόραση, δεν έχεις βρει ακόμα τον ρόλο που θα σε μαγέψει τόσο. Στις δουλειές της φετινής σεζόν, έχεις δει κάτι που να το έχεις ζηλέψει;
Βλέπω τηλεόραση φέτος για να είμαι ειλικρινής, λόγω της κατάστασης που δεν ήμουν και στο θέατρο, γιατί παλιά ότι έβλεπα ήταν από επαναλήψεις και μέσα διαδικτύου τις δουλειές που ήμουν κι εγώ, γιατί πρέπει να τις βλέπουμε τις δουλειές που κάνουμε να βλέπουμε τα λάθη μας να βελτιωνόμαστε. Εμένα μου άρεσαν πολύ οι «Άγριες Μέλισσες», είναι μία δουλειά που την ζήλεψα, μία ωραία δουλειά, βέβαια δε ξέρω αν θα μπορούσα να παίξω εγώ, γιατί οι περισσότεροι ρόλοι μου στην τηλεόραση είναι κωμικοί, αλλά το είδα και μου άρεσε, με ωραίο κείμενο.
- Σπύρο ποια είναι η σχέση σου με την Αθήνα;
Εμένα μου αρέσει η Αθήνα, πολύ, από μικρός έλεγα θα φύγω και θα πάω στην Αθήνα (γέλια) Μου αρέσει η Αθήνα, έμενα στο κέντρο για πολλά χρόνια, έφυγα όταν παντρεύτηκα αλλά έχω μείνει και στην πλατεία Αμερικής και στη πλατεία Βικτωρίας και Ζωγράφου που είναι πολύ κοντά στο κέντρο, αλλά μου αρέσει και αυτό που λέμε κέντρο-κέντρο. Βέβαια το κέντρο θέλει βελτίωση και διόρθωση. Χρειάζεται μία καλύτερη διαχείριση, γιατί υπάρχει μεγάλο πρόβλημα.
- Τι θα άλλαζες στην Αθήνα;
Θα ήθελα να πάρει λίγο χρώμα η Αθήνα, όπως ήταν λίγο πιο παλιά, να αποκτήσει μία ταυτότητα, βεβαίως τώρα πια υπάρχουν άνθρωποι από όλες τις χώρες του κόσμου στο κέντρο της πόλης όπως και σε όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και αυτό είναι και το φυσιολογικό, απλά θέλει μία τάξη και μία καθαριότητα.
Για παράδειγμα, στην περιοχή του Μεταξουργείου που είναι μαζεμένα θέατρα δε γίνεται να έρχονται οι άνθρωποι και δίπλα να κάνουν χρήση τοξικομανείς και να βλέπεις τον κόσμο να φοβάται να περιμένει στο πεζοδρόμιο για ένα ταξί γιατί στα θέατρα γύρω υπάρχουν πολλοί άνθρωποι άστεγοι, τοξικομανείς. Αυτοί οι άνθρωποι χρειάζονται βοήθεια, είναι άρρωστοι, πρέπει να υπάρξει καλύτερη μέριμνα.
*Τον Σπύρο Πούλη φέτος το καλοκαίρι θα τον βρείτε… σε μία πόλη δίπλα σας, αφού μαζί με τον Γιάννη Μποσταντζόγλου, τη Μαρία Φιλίππου, την Εύη Κολιούλη, τον Γιώργο Παράσχο και τον Αντώνη Καλομοιράκη θα περιοδεύσουν με το έργο «Συννυφάδες» του Στέλιου Παπαδόπουλου. Η παράσταση θα κάνει πρεμιέρα στην Αθήνα στις 19 Ιουνίου.