H Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας προχώρησε στην εξάρθρωση εγκληματικής οργάνωσης, τα μέλη της οποίας δρούσαν ιδρύοντας συναλλακτικά ανύπαρκτες επιχειρήσεις, μέσω των οποίων πραγματοποιούνταν εικονικές συναλλαγές και δαπάνες δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ.
Σύμφωνα με την ΕΛΑΣ, τα μέλη της οργάνωσης, από το 2019, εμπλέκονταν σε σύνθετες διαδικασίες με στόχο την εξαπάτηση του Δημοσίου μέσω της μη απόδοσης Φ.Π.Α., προχωρώντας σε διατραπεζικές μεταφορές χρηματικών ποσών για προσχηματική εξόφληση συναλλαγών.
Για την αποδόμηση της εγκληματικής οργάνωσης, έπειτα από πολύμηνη έρευνα υπό την εποπτεία του Ελληνικού Γραφείου Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων, οργανώθηκε και υλοποιήθηκε την περασμένη Πέμπτη, εκτεταμένη αστυνομική επιχείρηση, με τη συνδρομή αστυνομικών της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής και της Διεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, κατά τη διάρκεια της οποίας συνελήφθησαν 21 μέλη της οργάνωσης, μεταξύ των οποίων και τρια που φέρονται να είχαν αρχηγικό ρόλο.
Σε βάρος τους σχηματίσθηκε δικογραφία για εγκληματική οργάνωση, πλαστογραφία στρεφόμενης σε βάρος του ελληνικού δημοσίου, διασυνοριακή απάτη σχετικά με τον ΦΠΑ με απώλεια πόρων ΦΠΑ που υπερβαίνει τα 10.000.000 ευρώ, κατά συναυτουργία και κατ’ εξακολούθηση, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, καθώς και για παράβαση του νόμου για τα όπλα και τα ναρκωτικά. Στη δικογραφία περιλαμβάνονται ακόμη 41 άτομα που κατηγορούνται για τα ίδια αδικήματα.
Προηγήθηκε σχετικό πόρισμα της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, ενώ από τη διερεύνηση της υπόθεσης προέκυψε ότι τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης είχαν ενταχθεί σε αυτή με διακριτούς ρόλους, έχοντας επιχειρησιακή υποδομή με σκοπό την πραγματοποίηση εικονικών συναλλαγών και την παράνομη επιστροφή ΦΠΑ.
Όπως τονίζεται στην ανακοίνωση της ΕΛΑΣ, για να πετύχουν τον σκοπό τους, τα βασικά μέλη διαρθρώνονταν σε δυο υποομάδες, οι οποίες δρούσαν συντονισμένα, έχοντας εγκατασταθεί συγκεκαλυμμένα σε διαφορετικούς χώρους σε περιοχές της Αττικής, ενώ λάμβαναν και τα ανάλογα μέτρα για την αποφυγή αποκάλυψής τους (συνεχής ίδρυση νέων νομικών οντοτήτων, χρήση εικονικών δικτύων και τηλεφωνικών συνδέσεων «αχυρανθρώπων», φυσική μεταφορά χρημάτων κ.λπ.).