Τη διαμόρφωση κατάλληλων πολιτικών που θα βοηθήσουν τους εργαζομένους να παραμείνουν στην αγορά εργασίας και τους μη οικονομικά ενεργούς να εισέλθουν σε αυτή, έτσι ώστε να αυξηθεί το ποσοστό συμμετοχής, συγκλίνοντας προς το μέσο όρο της ΕΕ-27, αλλά και να καλυφθεί η αυξημένη ζήτηση εργατικού δυναμικού από τις επιχειρήσεις, αναδεικνύει ως επιτακτική ανάγκη η Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική 2023-2024 του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα.
Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος τίθεται δε και η επιταχυνόμενη γήρανση του πληθυσμού τις επόμενες δεκαετίες αναμένεται να επηρεάσει δυσμενώς την αγορά εργασίας, αποτελώντας σημαντικό παράγοντα αβεβαιότητας. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο βασικό σενάριο προβλέπεται ότι ο ενεργός πληθυσμός ηλικίας 15-64 ετών στην Ελλάδα θα μειωθεί από 6.624 χιλ. άτομα το 2023, σε 6.200 χιλ. άτομα το 2030 και σε 4.681 χιλ. άτομα το 2050.
Όπως επισημαίνεται στην έκθεση της ΤτΕ, η αγορά εργασίας έχει αναπτυχθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, ως αποτέλεσμα της οικονομικής μεγέθυνσης, αλλά και της υλοποίησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, που δημιούργησαν ένα πιο ευέλικτο πλαίσιο με λιγότερες στρεβλώσεις. Το ποσοστό ανεργίας υποχώρησε σταδιακά, ενώ αναμένεται περαιτέρω αποκλιμάκωσή του τα επόμενα έτη. Αντίστοιχα, η συνολική απασχόληση αυξήθηκε με υψηλότερους ρυθμούς σε σχέση με το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (μέσος όρος αύξησης της συνολικής απασχόλησης την περίοδο 2017-2023: 1,8% στην Ελλάδα, 0,8% στην EE-27).
Ωστόσο, παρά τη σημαντική βελτίωση της συνολικής απασχόλησης, το εργατικό δυναμικό δεν έχει διευρυνθεί αντίστοιχα. Το ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό ηλικίας 15-64 ετών, που ορίζεται ως ο λόγος του εργατικού δυναμικού προς το συνολικό πληθυσμό, παραμένει σημαντικά χαμηλότερο στην Ελλάδα (69,5% το 2023 από 67,8% το 2015) από ό,τι στην EE-27 (75,0% το 2023 από 71,9% το 2015), –αν και διαχρονικά έχει αυξηθεί– και είναι το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό μεταξύ των 27 κρατών-μελών, υπερβαίνοντας μόνο αυτό της Ιταλίας.
Η συνεχής αύξηση της απασχόλησης και η μείωση του ποσοστού ανεργίας έχουν περιορίσει σημαντικά τη δεξαμενή του διαθέσιμου προς πρόσληψη ειδικευμένου αλλά και ανειδίκευτου προσωπικού. Η στενότητα στην αγορά εργασίας κατέγραψε σημαντική άνοδο μετά την πανδημία και η δυναμική της διατηρήθηκε το 2023, με τις επιχειρήσεις να δυσκολεύονται να βρουν προσωπικό για να καλύψουν τις ανάγκες τους. Είναι προφανές ότι τα χαμηλά ποσοστά συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό αποτελούν τροχοπέδη στην περαιτέρω αύξηση της συνολικής απασχόλησης και κατ’ επέκταση στη μακροχρόνια οικονομική ανάπτυξη.
Η συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό της ηλικιακής ομάδας 15-64 ετών
Στη χώρα μας, η συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό στην ηλικιακή ομάδα 15-64 ετών παραμένει διαχρονικά χαμηλή (69,5% το 2023) σε σχέση με το μέσο όρο της ΕΕ-27 (75,0%) και η διαφορά αυτή έχει διευρυνθεί με τα χρόνια.
Το ποσοστό των ανδρών ηλικίας 15-64 ετών που συμμετέχουν στο εργατικό δυναμικό στην Ελλάδα είναι χαμηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (77,4% έναντι 79,8%). Σημαντική απόκλιση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο εντοπίζεται και στη συμμετοχή των γυναικών στο εργατικό δυναμικό (μόλις 61,8% στην Ελλάδα, έναντι 70,2% στην ΕΕ-27), η οποία διευρύνεται διαχρονικά. Μία από τις κύριες αιτίες είναι ο ρόλος των γυναικών στην παροχή φροντίδας εξαρτημένων μελών της οικογένειας (ανήλικων παιδιών και υπερηλίκων). Στην Ελλάδα το ποσοστό απασχόλησης για τις γυναίκες με το μικρότερο παιδί ηλικίας 0-2 ετών ήταν 60,4% το 2021, ενώ για τις γυναίκες με τα μικρότερα παιδιά ηλικίας 3-5 ετών και 6-14 ετών τα ποσοστά απασχόλησης ήταν 57,0% και 62,9% αντίστοιχα.
Αν και πρόσφατα έχουν υλοποιηθεί αρκετές παρεμβάσεις (άδεια εγκυμοσύνης, επέκταση άδειας μητρότητας, voucher για βρεφονηπιακούς σταθμούς κ.ά.), η περαιτέρω ενίσχυση του πλέγματος εναρμόνισης της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής με την παροχή επιπλέον κινήτρων, όπως η ενίσχυση των δομών προσχολικής αγωγής και φροντίδας, θα διευκολύνει περαιτέρω την ένταξη των γυναικών και την παραμονή τους στην αγορά εργασίας.
Μεγάλο χάσμα με ΕΕ στη συμμετοχή των νέων 15-29 ετών
Σημαντικό είναι το χάσμα μεταξύ Ελλάδος και EE-27 ως προς τα ποσοστά συμμετοχής των νέων ηλικίας 15-29 ετών στο εργατικό δυναμικό. Στην Ελλάδα, το 2023 σχεδόν 1 στους 5 μη οικονομικά ενεργούς ανήκε σε αυτή την ηλικιακή ομάδα. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2023, το 44,8% του πληθυσμού 15-29 ετών στην Ελλάδα συμμετέχει ενεργά στο εργατικό δυναμικό (είτε ως απασχολούμενοι είτε ως άνεργοι), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην EE-27 είναι υψηλότερο (56%). Στους άνδρες που ανήκουν στην ίδια ηλικιακή ομάδα, το ποσοστό συμμετοχής στην Ελλάδα ανέρχεται σε 47,6%, σημαντικά χαμηλότερο από ό,τι στην EE-27 (59,2%).
Αντίστοιχα μεγάλη είναι και η υστέρηση στη συμμετοχή των νέων γυναικών ηλικίας 15-29 ετών (41,8%, έναντι 52,6% στην ΕΕ-27). Σύμφωνα με την Έρευνα Εργατικού Δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ για το 2023, περίπου το 87% των ατόμων ηλικίας 15-29 ετών που είναι μη οικονομικά ενεργοί δεν αναζητούν εργασία, καθώς εκπαιδεύονται ή παρακολουθούν κάποιο πρόγραμμα κατάρτισης.
Με βάση τα στοιχεία της Eurostat, το 2022 το 25% περίπου των Ευρωπαίων νέων ηλικίας 15-29 ετών που σπουδάζουν εργάζεται παράλληλα, ενώ στην Ελλάδα το 92% των σπουδαστών είναι εκτός εργατικού δυναμικού, το 6,3% εργάζεται και 1,6% είναι άνεργοι. Υπάρχει ωστόσο και ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού ηλικίας 15-29 ετών που δεν εργάζεται ούτε συμμετέχει σε εκπαίδευση ή κατάρτιση (not in employment, education or training – ΝΕΕΤ). Το 2023 το 16,0% του πληθυσμού ηλικίας 15-29 ετών άνηκε σε αυτή την κατηγορία, ενώ ο μέσος όρος στην EE-27 είναι σημαντικά μικρότερος (11,2%).
Τα παραπάνω στοιχεία αναδεικνύουν αφενός τη χαμηλή συμμετοχή των νέων στην αγορά εργασίας και αφετέρου την επίδραση της εκπαίδευσης στα ποσοστά συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό.
Διαπιστώνεται ότι η συμμετοχή στην εκπαιδευτική διαδικασία είναι ο σημαντικότερος λόγος για τον οποίο οι νέοι δεν αναζητούν δουλειά, όμως υπάρχει και ένα αξιόλογο τμήμα του πληθυσμού αυτού, το οποίο είναι συγκριτικά μεγαλύτερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που δεν αναζητά εργασία και ταυτόχρονα δεν συμμετέχει σε κάποια εκπαιδευτική ή επιμορφωτική διαδικασία.
Χαμηλή συμμετοχή των ηλικιωμένων στο εργατικό δυναμικό
Παράλληλα, όπως επισημαίνει η έκθεση της ΤτΕ, στην Ελλάδα καταγράφεται χαμηλή συμμετοχή των ηλικιωμένων στο εργατικό δυναμικό. Αν και το ποσοστό συμμετοχής στις ηλικίες 65-74 ετών αυξήθηκε κατά 2,1 ποσοστιαίες μονάδες το 2023 έναντι του 2019, φθάνοντας το 9,8%, υπολείπεται έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου (11,0% το 2023). Η διαφορά όμως των αντίστοιχων ποσοστών μεταξύ Ελλάδος και ΕΕ-27 βαίνει μειούμενη τα τελευταία χρόνια, λόγω της ανάπτυξης της οικονομίας και κατ’ επέκταση της αυξανόμενης ζήτησης εργαζομένων από πλευράς των επιχειρήσεων, αλλά και της σταδιακής άρσης των αντικινήτρων (περικοπής υψηλού ποσοστού της σύνταξης) για τους εργαζόμενους συνταξιούχους. Καθώς το μοντέλο της “ενεργού γήρανσης” αποτελεί μια από τις βασικές προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη βιωσιμότητα των συνταξιοδοτικών συστημάτων, οι άνω των 65 ετών θα αποτελούν σε μερικά χρόνια μια δεξαμενή εργατικού δυναμικού.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το ποσοστό συμμετοχής στις ηλικίες 65-74 ετών αναμένεται να ανέλθει από 9,3% το 2022, σε 9,9% έως το 2030, 16,8% το 2050 και 24,3% το 2070.
Τι συμβαίνει με τα άτομα με αναπηρία (ΑμεΑ)
Μία άλλη κατηγορία με χαμηλή συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό, η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει εν δυνάμει δεξαμενή εργατικού δυναμικού, είναι τα άτομα με αναπηρία (ΑμεΑ). Η Ελλάδα το 2022, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, είναι προτελευταία στην ΕΕ-27 ως προς το ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό ατόμων με μερική ή σοβαρή αναπηρία (23,8%, έναντι 55,8% στην ΕΕ-27). Οι περισσότεροι άνεργοι με αναπηρία είναι μακροχρόνια άνεργοι. Επίσης, από τα άτομα με αναπηρία ηλικίας 20-64 ετών, σχεδόν τα μισά έχουν ολοκληρώσει μόνο την υποχρεωτική εκπαίδευση (μέχρι το γυμνάσιο), ενώ το 1/3 έχουν ολοκληρώσει μόνο το δημοτικό ή έχουν παρακολουθήσει λίγες τάξεις του δημοτικού. Επιπρόσθετα, η δυσκολία στον τρόπο εύρεσης εργασίας αλλά και η προσβασιμότητα των πιθανών χώρων εργασίας αποτελούν σημαντικά εμπόδια εισόδου στην αγορά εργασίας.
Με κατάλληλες παρεμβάσεις, όπως οι φοροαπαλλαγές σε επιχειρήσεις που προσλαμβάνουν άτομα με πάνω από ένα ποσοστό αναπηρίας, η σύνδεση στοχευμένων προγραμμάτων για ΑμεΑ με την αγορά εργασίας, η βελτίωση των υποδομών προσβασιμότητας των ΑμεΑ στους χώρους εργασίας και ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου που αφορά το σύστημα ποσόστωσης για την απασχόληση ΑμεΑ, μπορούν να προστεθούν στο εργατικό δυναμικό της χώρας επιπλέον εργαζόμενοι και να πλησιάσουμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Παράλληλα, μία κοινωνική ομάδα με χαμηλή εκπαίδευση και μικρή συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό αποτελούν και οι Ρομά. Στο πλαίσιο του πυλώνα IV της Εθνικής Στρατηγικής για την Κοινωνική Ένταξη των Ρομά (ΕΣΚΕ) 2021-2030, θα πρέπει να υλοποιηθούν πρόσθετα μέτρα για την ενσωμάτωσή τους στην αγορά εργασίας.
Brain drain και μετανάστες στην Ελλάδα
Προφανής δεξαμενή αύξησης του πληθυσμού, και επομένως του εν δυνάμει εργατικού δυναμικού, κατά την ΤτΕ, είναι τα άτομα που μετανάστευσαν από τη χώρα κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας και η προσέλκυση μεταναστών. Η φυγή στο εξωτερικό ενός σημαντικού τμήματος του ανθρώπινου δυναμικού με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης, δεξιότητες και επαγγελματικά προσόντα (brain drain), εκτός από τις συνέπειες που είχε στο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης και στην πορεία των δημόσιων εσόδων, είχε επίσης εξαιρετικά δυσμενείς επιπτώσεις στις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας. Συνολικά, μεταξύ 2008 και 2017 εκτιμάται ότι μετανάστευσαν περισσότερα από 467 χιλιάδες άτομα ηλικίας 25-44 ετών. Σε αυτούς περιλαμβάνονται και πολλοί μόνιμοι κάτοικοι Ελλάδος ξένης υπηκοότητας, που έφυγαν στην αρχή της κρίσης.
Η μετανάστευση ταλαντούχων νέων καθιστά επιτακτικά αναγκαία τη λήψη πρόσθετων μέτρων πολιτικής για την αντιστροφή της (brain regain). Ο επαναπατρισμός τους προϋποθέτει όχι μόνο την επίτευξη υψηλού ρυθμού ανάπτυξης, αλλά και – κυρίως – τη δημιουργία θέσεων εργασίας υψηλής εξειδίκευσης και αμοιβής. Παρά την υλοποίηση παρεμβάσεων, όπως η παροχή φορολογικών κινήτρων με σκοπό των επαναπατρισμό των Ελλήνων που έφυγαν από τη χώρα την περίοδο της κρίσης και η νέα διαδικτυακή πλατφόρμα εύρεσης εργασίας Rebrain Greece, απαιτούνται περαιτέρω πολιτικές για τον επαναπατρισμό των Ελλήνων του εξωτερικού με υψηλές δεξιότητες και τη διεύρυνση του εργατικού δυναμικού.
Όσον αφορά τους μετανάστες, το 2023 υποχώρησε το ποσοστό συμμετοχής των ατόμων με ξένη υπηκοότητα στο εργατικό δυναμικό σε σχέση με το 2019, φθάνοντας στο 69,1%, ενώ σημαντικά μεγαλύτερη ήταν η μείωσή του συγκριτικά με την προ οικονομικής κρίσης περίοδο (-5,3 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2009). Η υποχώρηση την περίοδο 2009-2023 προήλθε κυρίως από την ομάδα των ανδρών ξένης υπηκοότητας, που κατέγραψε μεγαλύτερη μείωση του ποσοστού της στο εργατικό δυναμικό έναντι των γυναικών. Στην παρούσα συγκυρία παρατηρούνται σημαντικές ελλείψεις εργατικού δυναμικού σε βασικούς κλάδους της οικονομίας, όπως στον τουρισμό, την αγροτική παραγωγή, τη βιομηχανία και τον κατασκευαστικό κλάδο, και πολλές θέσεις εργασίας παραμένουν κενές.