Πάνω από 200 κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν να εκτίσουν ποινές ως και 30 ετών κάθειρξης έπειτα από τη δίκη-μαμούθ μελών της Ντράνγκετα, της ισχυρότερης μαφίας της ιταλικής χερσονήσου.
Από τους συνολικά 338 κατηγορούμενους που προσήχθησαν ενώπιον κακουργιοδικείου στη Λαμέτσια Τέρμε (νότια), 207 κρίθηκαν ένοχοι και καταδικάστηκαν, ενώ 131 απαλλάχθηκαν.
Η εισαγγελία είχε ζητήσει αθροιστικά να επιβληθούν σχεδόν 5.000 χρόνια κάθειρξης σε βάρος μαφιόζων και συνεργών τους, εργαζόμενων του λευκού κολάρου, δημόσιων λειτουργών, τοπικών αιρετών, ακόμη και υψηλόβαθμων αξιωματικών της αστυνομίας.
Οι καταδίκες, τις οποίες ανέγνωσε η δικάστρια Μπρίτζιντα Καβασίνο, κυμάνθηκαν από τους μερικούς μήνες φυλάκισης ως τα τριάντα χρόνια κάθειρξης -αυτή η τελευταία ποινή επιβλήθηκε σε τέσσερα πρόσωπα- και συνολικά φθάνουν τα 2.150 χρόνια κάθειρξης για όλους τους κατηγορούμενους που κρίθηκαν ένοχοι.
Σ’ έναν από τους γνωστότερους κατηγορούμενους, τον Τζανκάρλο Πιτέλι, δικηγόρο, πρώην βουλευτή και γερουσιαστή (Φόρτσα Ιτάλια), 70 ετών, επιβλήθηκε ποινή 11 χρόνων κάθειρξης, ενώ η εισαγγελία είχε ζητήσει να του επιβληθεί ποινή 17 χρόνων κάθειρξης.
Με έδρα την Καλαβρία, πάμφτωχη περιφέρεια της νότιας Ιταλίας, η Ντράνγκετα χαρακτηρίζεται η πλουσιότερη και η ισχυρότερη από τις ιταλικές μαφίες.
Παρούσα σε κάπου σαράντα χώρες, ασκεί στον τόπο όπου δημιουργήθηκε ασφυκτικό έλεγχο, διεισδύοντας και διαφθείροντας την δημόσια διοίκηση κι επιβάλλοντας τον ατσάλινο νόμο της στον πληθυσμό.
Από τον Ιανουάριο του 2021, τρεις δικαστικοί άκουσαν χιλιάδες ώρες καταθέσεων μαρτύρων, συμπεριλαμβανομένων περίπου πενήντα μεταμελημένων μαφιόζων που μετατράπηκαν σε συνεργάτες της δικαιοσύνης, για τη δράση της οικογένειας Μανκούζο και συνεργατών της, ισχυρής φατρίας της Ντράνγκετα που ελέγχει την επαρχία Βίμπο Βαλέντσια.