Πόσο εξελιγμένη ήταν η ναυπηγική τέχνη των Μυκηναίων; Γιατί η «σχεδία» του Οδυσσέα δεν ήταν … σχεδία; Πώς τα διαμεσογειακά ταξίδια της Εποχής του Χαλκού δημιούργησαν τον ελληνικό πολιτισμό;
Μια μοναδική για την ελληνική βιβλιογραφία έκδοση, που καλύπτει ένα μεγάλο κενό στις γνώσεις μας για την αρχαία ελληνική ναυπηγική και ναυτική παράδοση από τη μυκηναϊκή εποχή και τους ομηρικούς χρόνους, κυκλοφόρησε πρόσφατα. Πρόκειται για τον τόμο «ΝΗΕΣ ΠΟΝΤΟΠΟΡΟΙ. Ομηρικά πλοία, δεινοί πλόες και Ναυτική Αρχαιολογία» (Εκδ. Πεδίο) της Δρ Δήμητρας Καμαρινού, αρχαιολόγου, βραβευμένης από την Ακαδημία Αθηνών.
«Μελέτησα τα πλοία σε διάστημα 1.000 χρόνων, αλλά εστίασα περισσότερο στα πλοία της μυκηναϊκής και της ομηρικής εποχής. Επίσης, επειδή δεν έχουν σωθεί κατάλοιπα του κελύφους σε ναυάγιο μυκηναϊκού πλοίου, χρειάστηκε να μελετήσω και τα προγενέστερα και τα μεταγενέστερα πλοία ώστε να βρω πληροφορίες για τις απαρχές της ναυπηγικής στον αιγαιακό χώρο», δηλώνει η Δ. Καμαρινού για το βιβλίο της που εξερευνά την επιστημονική πραγματικότητα των ταξιδιών των ομηρικών επών, αλλά και την ιστορική πραγματικότητα πίσω από τους μύθους.
Η αρχή της έρευνας
Όλα ξεκίνησαν από το όραμα του αείμνηστου Σπύρου Μπισιώτη, μηχανικού του ΕΜΠ και μαθηματικού. «Ο Σπύρος ήθελε να κατασκευάσει μια μυκηναϊκή εικόσορο, δηλαδή ένα ιστιοφόρο πλοίο με είκοσι κωπηλάτες. Πριν του απαντήσω ότι υπάρχουν αρκετά στοιχεία για να συνθέσουμε τη μορφή ενός τέτοιου πλοίου, βυθίστηκα επί ένα χρόνο στα ομηρικά έπη, που είναι η αρχαιότερη γραπτή πηγή και πλούσια σε αναφορές σε πλοία. Κατέταξα σε μια μελέτη όλες τις πληροφορίες που είχα συγκεντρώσει και στο τέλος έκανα κι ένα σκαρίφημα. Αφού διάβασε τη μελέτη ο Σπύρος, έκανε κι εκείνος το ίδιο σκαρίφημα, χωρίς να έχει δει το δικό μου, οπότε ξέραμε ότι είχαμε μια βάση για να ξεκινήσουμε. Στη συνέχεια μελετήσαμε σκαριφήματα πλοίων σε αγγεία μυκηναϊκής και γεωμετρικής εποχής, εικονογραφικά παράλληλα σκαφών όλων των ναυτικών πολιτισμών της νοτιοανατολικής Μεσογείου και επειδή και πάλι τα στοιχεία δεν ήταν αρκετά μελέτησα όλα τα ναυάγια της Μεσογείου από τον 14ο αι. π.Χ. μέχρι τον 5ο αι. π.Χ. για να εξετάσω τις ναυπηγικές τεχνικές».
Στην πορεία δημιουργήθηκε μια διεπιστημονική ομάδα, γνωστή στα διεθνή συνέδρια για τη ναυτική αρχαιολογία ως «η ομάδα του Ξυλοκάστρου», με πυρήνα τη συγγραφέα, τις αρχαιολόγους Δρ Έλενα Μαραγκουδάκη και Δρ Καλλιόπη Μπάικα και τον μηχανικό Χρήστο Γκοβότσο, που ασχολήθηκε με τις τεχνικές μελέτες για τα ερωτήματα που δεν μπορούσε να απαντήσει η φιλολογική και η αρχαιολογική έρευνα, όπως η χρήση του ακρόπρωρου, η πλεύση κόντρα στον καιρό, τα πηδάλια και οι δυνατότητές τους. «Για όλα αυτά κάναμε και τεχνικές μελέτες και πειράματα», επισημαίνει η Δ. Καμαρινού.
Με τον πρόωρο θάνατο του Σπύρου Μπισιώτη εγκαταλείφθηκε το όνειρο της κατασκευής της μυκηναϊκής εικοσόρου. «Εγώ όμως ήθελα να συνεχίσω τη μελέτη και να την ολοκληρώσω. Έτσι, μελέτησα και τα πλοία όλων των ναυτικών πολιτισμών της ΝΑ Μεσογείου με τους οποίους είχαν σχέση οι Έλληνες -τους Αιγύπτιους, τους Φοίνικες, τους Κύπριους- με τα εξής ερωτήματα; ‘Αν οι Φοίνικες είχαν εισαγάγει μια λειτουργική καινοτομία στα πλοία τους θα την γνώριζαν οι Μυκηναίοι; Και αν τη γνώριζαν, θα την εφάρμοζαν;», υπογραμμίζει η Δ. Καμαρινού.
Τεχνικές κατασκευής αρχαίων πλοίων
Πώς, όμως, προέκυψαν τα παραπάνω ερωτήματα; «Στον αρχαίο κόσμο υπήρχαν δυο μεγάλες τεχνικές, η πιο απλή και η πιο εξελιγμένη. Η πρώτη ήταν η ραφτή. Άνοιγαν, δηλαδή, οπές σε δυο σανίδες και μετά τις έραβαν τοποθετώντας ενδιάμεσα ένα συνδετικό υλικό για να μην διαπερνά το νερό τους αρμούς. Στην πιο εξελιγμένη τεχνική, ανά 20 εκατοστά άνοιγαν ορθογώνιες τομές και στην υποκείμενη και στην υπερκείμενη σανίδα, στο ίδιο σημείο. Στις οπές αυτές πέρναγαν μεγάλες σφήνες, μήκους έως και 30 εκ. Δημιουργούσαν, ουσιαστικά, έναν εσωτερικό σκελετό χωρίς καρφιά, ώστε όταν έριχναν το σκάφος στη θάλασσα, διογκωνόταν το ξύλο και έφραζαν οι αρμοί».
Και συνεχίζει: «Πολλοί, λοιπόν, ξένοι αρχαιολόγοι υποστηρίζουν ακόμα και σήμερα ότι οι Έλληνες, μέχρι σχεδόν και την εποχή των τριηρών, έραβαν τα σκάφη τους. Εμείς είμαστε πεπεισμένοι, κάτι που είναι σαφές και από τα ομηρικά έπη, ότι χρησιμοποιούσαν τη δεύτερη τεχνική, την πιο σύνθετη. Η ‘σχεδία’ του Οδυσσέα αποτελεί μια ακριβόλογη και πυκνή περιγραφή κατασκευής ενός καραβιού που χρησιμοποιεί την εξελιγμένη τεχνική. Επίσης, υποστηρίζουν ότι οι Φοίνικες έφτιαχναν τα καράβια τους με τον πιο εξελιγμένο τρόπο, ενώ οι Μυκηναίοι απλώς τα έραβαν. Έτσι χρειάστηκε να μελετήσω τη ναυσιπλοΐα και των άλλων πολιτισμών της Μεσογείου της ίδιας χρονικής περιόδου -για να διαπιστώσω εάν, για παράδειγμα, εισάγονταν καινοτομίες κατά την ίδια χρονική περίοδο στα πλοία των διαφορετικών πολιτισμών- και, παράλληλα, να διαπιστώσω αν υπήρχε η ανάγκη να κάνουν οι πολιτισμοί αυτοί, μεταξύ των οποίων και ο μυκηναϊκός, διαμεσογειακά ταξίδια».
Ταξίδια και πολιτισμοί
Η εξασφάλιση χαλκού, που προερχόταν κυρίως από τα ορυχεία της Κύπρου, ήταν μια τέτοια ανάγκη, καθώς ήταν κρίσιμη για την ανάπτυξη της τεχνολογίας (εργαλεία), αλλά και την ίδια την επιβίωση των Μυκηναίων (οπλισμός). «Σημειωτέον ότι η προηγούμενη εποχή ήταν αυτή του Λίθου. Με άλλα λόγια, έπρεπε να ταξιδέψουν για να προμηθευτούν τον χαλκό και παράλληλα να έχουν μια συγκεντρωτική οικονομία που θα δημιουργεί περίσσευμα, όπως λάδι και κρασί, το οποίο μπορούσαν να το βγάζουν στις αγορές της Μεσογείου και να το ανταλλάσσουν με τον χαλκό», επισημαίνει η αρχαιολόγος.
Κι εφόσον η ανάγκη για μεγάλα ταξίδια ήταν υπαρκτή, γιατί να μην γινόταν και ανταλλαγή τεχνογνωσίας πέρα από αγαθών; «Τα αρχαιολογικά ευρήματα μαρτυρούν ανταλλαγές ιδεών σε επίπεδο θρησκείας, τέχνης, δοξασιών, ακόμα και στην τεχνολογία του πολέμου, ώστε αυτήν την εποχή μιλάμε για διεθνές στυλ στην τέχνη και για έναν κοσμοπολίτικο τρόπο ζωής στους μεγάλους οίκους των ακτών της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Με ρυτά από αυγά στρουθοκαμήλου τελούσαν τις θυσίες τους οι Μυκηναίοι και οι γυναίκες κτένιζαν τους μακριούς βοστρύχους τους με κτένες από ελεφαντόδοντο. Η σιτοπότνια θεά των Μυκηνών λατρευόταν στην Ουγκαρίτ (Ugarit), κρητικές ελιές και κρασί από το Αιγαίο σερβίρονταν στα παλάτια των Φαραώ.