Η αγαπημένη ηθοποιός μιλά για τη μεγαλύτερη πρόκληση της καριέρας της
Με ένα αστείρευτο ταλέντο και ένα βιογραφικό πραγματικά αξιοζήλευτο, είναι γεγονός πως η Τζούλη Σούμα έχει αφήσει το δικό της αποτύπωμα στο χώρο του ελληνικού θεάτρου. Αν και στην τηλεόραση έχουμε να τη δούμε καιρό, η ίδια δεν σταματά να είναι ενεργή στο θέατρο και όχι μόνο να κάνει αυτό που αγαπά, αλλά και να μη διστάζει να δοκιμάζεται και να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις.
Μετά από ένα επιτυχημένο καλοκαίρι όπου την απολαύσαμε ως “Μήδεια” στο εμβληματικό έργο του Ευρυπίδη, η νέα σεζόν τη βρίσκει ως “Άννα” στην παράσταση “Παιχνίδια στη σοφίτα”, υπό τη σκηνοθετική ματιά του Αλέξανδρου Κοέν και δίπλα σε έναν θίασο ταλαντούχων και αγαπημένων ηθοποιών, μια παράσταση που έχει ήδη κερδίσει το ενδιαφέρον του κοινού.
Φέτος σας απολαμβάνουμε στην παράσταση «Παιχνίδια στη σοφίτα» στο θέατρο Χυτήριο. Θέλετε να μας πείτε δυο λόγια για το ρόλο σας;
Είναι ένα υπέροχο έργο, που δεν έχει παιχτεί ποτέ στην Ελλάδα και είμαστε πάρα πολύ χαρούμενοι που εμείς θα έχουμε τη πρωτιά. Ο ρόλος μου είναι η μεγαλύτερη από τις αδερφές Μπερνιέρ, η Άννα που υποδύομαι εγώ, έχει δώσει όλη της ζωή να μεγαλώσει τα δύο μικρότερα αδέρφια της, να είναι πάντα δίπλα τους, έχει το μητρικό ρόλο, δεν έχει παντρευτεί, δεν έχει κάνει παιδιά. Οι δύο αδερφές είναι ακόμα νέες αλλά με μία μαραμένη νεότητα, την οποία η Λίλιαν Χέλμαν προσεγγίζει με έναν καταπληκτικό τρόπο και δομεί τους ήρωες συναρπαστικά. Δε θα πω περισσότερα γιατί η παράσταση έχει μία ατμόσφαιρα αστυνομικού θρίλερ μαζί με μεγάλη ευαισθησία και θα προτιμούσα να το ανακαλύψουν οι θεατές στην παράσταση.
Έχετε ξανασυνεργαστεί στο παρελθόν με τον κ. Αλέξανδρο Κοέν. Πώς κυλά η συνεργασία σας αυτή τη φορά με τον ίδιο, αλλά και με τον υπόλοιπο θίασο;
Με τον Αλέξανδρο Κοέν, είναι η τέταρτη συνεργασία μας. Η πρώτη ήταν «Ο Τίμων ο Αθηναίος» του Σαίξπηρ, που παίχτηκε στο σύγχρονο θέατρο το 2015, το «Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ» ήταν η δεύτερη, που παίχτηκε στο θέατρο «Χυτήριο», «Η Επίσκεψη της Γηραιάς Κυρίας» ήταν η τρίτη, που παίχτηκε στα θέατρα «Βρετάνια» και «Βεάκη», και έρχεται αυτή η τέταρτη ευτυχής συγκυρία να συνεργαστούμε σε αυτό το υπέροχο έργο, που λέγεται «Παιχνίδια στη Σοφίτα». Είμαι πάρα πολύ χαρούμενη που για τέταρτη φορά συνεργάζομαι με τον Αλέξανδρο, ξέρετε ότι δεν είναι τυχαίο να συνεργάζονται ηθοποιοί και σκηνοθέτες για πολλές φορές, σημαίνει ότι υπάρχει μία μεγάλη αλληλοεκτίμηση, σεβασμός για τη δουλειά και κοινή οπτική και αγάπη για το θέατρο, και εγώ με τον Αλέξανδρο τα έχουμε αυτά. Θεωρώ ότι ο Αλέξανδρος στο πέρασμα των ετών έχει ωριμάσει πάρα πολύ σκηνοθετικά, έχει προχωρήσει και θα δούμε πράγματα από αυτόν στο μέλλον που δεν θα πω θα μας εκπλήξουν, θα είναι αναμενόμενα λόγω της λατρείας του για το θέατρο και της μεγάλης αφοσίωσής του σε αυτό, το απόλυτο δόσιμο που έχει σε αυτό και πραγματικά θα είμαστε παρόντες σε πολύ σημαντικές σκηνοθεσίες. Για τον θίασο θα ήθελα να πω πως είμαστε πέντε ηθοποιοί ενωμένοι σαν μια γροθιά, είχα τη χαρά στα πολύ νεαρά μας χρόνια να συνεργαστώ με την Θεοδώρα Σιάρκου στο «Εθνικό Θέατρο» στο «Ρινόκερο» και με τη Γεωργία Μαυρογιώργη στο θέατρο «Τέχνης» στον «Ορέστη» του Ευριπίδη. Με τη Μαριάννα Κιμούλη και τον Σόλωνα Τσούνη, δύο εξαιρετικά ταλαντούχα παιδιά, είναι η πρώτη φορά που συνεργάζομαι. Το μεγάλο ταλέντο όλων, το δώσιμο, η στήριξη και η διάθεση να κάνουμε μία πολύ καλή δουλειά, είναι εμφανής στις πρόβες μας, και αυτό με κάνει πάρα πολύ χαρούμενη και είμαι σίγουρη ότι θα φτάσουμε σε ένα πολύ καλό αποτέλεσμα μιας και αυτό το έργο της Λίλιαν Χέλμαν παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα.
Το έργο πραγματεύεται τις οικογενειακές σχέσεις και πώς αυτές μπορούν να γίνουν κτητικές. Θεωρείτε ότι το κοινό θα ταυτιστεί με όσα θα διαδραματιστούν στη σκηνή;
Το κοινό θα ταυτιστεί και θα αναγνωρίσει πάρα πολλά στοιχεία γιατί οι ήρωες μοιάζουν πολύ με ανθρώπους που έχουμε γύρω μας, εγώ παραδείγματος χάριν, έχω βρει αντιστοιχίες με τη δική μου οικογένεια. Είναι πολύ σκληρές και δαιδαλώδεις οι σχέσεις αυτές, της κτητικότητας, της αγάπης η οποία όμως φτάνει στα όρια να γίνει αρρωστημένη, και όταν τα πράγματα ξεφεύγουν από τα όρια, τότε γκρεμίζεται οποιοδήποτε οικοδόμημα έχεις χτίσει σε οποιαδήποτε διαπροσωπική σχέση.
Πώς αισθάνεστε που το θέατρο έχει επιστρέψει στην ενεργό δράση μετά από ένα μεγάλο διάστημα λόγω της πανδημίας;
Είναι πάρα πολύ ενθαρρυντικό ότι το κοινό αγαπάει το θέατρο και το δείχνει με το κάθε τρόπο, οι περισσότερες παραστάσεις είναι γεμάτες, το κοινό διψάει, λαχταράει να δει θέατρο, και θα πρέπει να τονίσουμε ότι στα θέατρα τηρούνται όλα μα όλα τα μέτρα, είναι απολύτως ασφαλή και αυτό είναι σημαντικό να το τονίσουμε. Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη το θέατρο γιατί τους κάνει να αισθάνονται πάλι ζωντανοί, και αυτό ακόμα και σε καιρούς πανδημίας βλέπουμε ότι συνεχίζει να ισχύει.
Η αποδοχή του κοινού ήταν μεγάλη και στη «Μήδεια» όπου πρωταγωνιστήσατε στο Μπάγκειον. Πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτή η επιτυχία;
Από τον Ιούνιο του 2019 από ξεκίνησε η Μήδεια στο «Μπάγκειον» μέχρι και το τέλος Οκτωβρίου του 2021 όπου ολοκληρώθηκε ο τρίτος κύκλος των παραστάσεων, η αποδοχή του κοινού και η ανταπόκριση του ήταν βαθιά συγκινητική, πιστεύω ότι πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει το έργο του Ευριπίδη, για το οποίο έχουν γραφτεί τόμοι σε όλο τον κόσμο, αναλύσεις και μελέτες αλλά πέρα από αυτό ήταν η ειλικρινής, αυθεντική κατάθεση του σκηνοθέτη και των ηθοποιών πάνω στη σκηνή. Το κοινό πάντα αγκαλιάζει αυτό που το συγκινεί και θα έλεγα τον δονεί. Η παράσταση έχτισε αυτή την επιτυχία από τα σχόλια των θεατών από το περίφημο «στόμα με στόμα» που λέμε στο θέατρο… Είναι ένας μεγάλος και ο πιο σημαντικός σταθμός στη θεατρική μου πορεία, που με έβγαλε από τα όριά μου, μου έβαλε καινούργια και με άλλαξε σαν ηθοποιό αλλά και σαν άνθρωπο.
Ήταν πρόκληση για σας να ερμηνεύσετε αυτό τον εμβληματικό ρόλο του Ευρυπίδη;
Το να ερμηνεύσω τη «Μήδεια» του Ευριπίδη είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετώπισα ποτέ στη θεατρική μου διαδρομή. Νιώθω απίστευτα ευγνώμων που μετά από μία αδιάλειπτη πορεία 28 χρόνων στο θέατρο, ερμήνευσα αυτό το ρόλο με την σκηνοθετική μπαγκέτα του Δημήτρη Γεωργαλά, ο οποίος με καθοδήγησε, με πήρε από το χέρι και οικοδομήσαμε μαζί τον ρόλο. Είμαι περήφανη και ευτυχής που η παράσταση παίχτηκε για τρεις κύκλους και σε περιοδεία και η ανταπόκριση του κοινού ήταν απίστευτη και πάρα πολύ συγκινητική.
Τι είναι αυτό που σας κάνει να πείτε το «ναι» σε μια δουλειά;
Τα πάντα παίζουν ρόλο για να πεις το «ναι» σε μία πρόταση. Αλλά παίζει ένα τεράστιο ρόλο και η χρονική στιγμή στην οποία σε βρίσκει η εκάστοτε πρόταση. Χρονική στιγμή προσωπικής ζωής, επαγγελματικής διαδρομής και όλα αυτά συνυπολογίζονται για να αποδεχθείς ή να απορρίψεις μία πρόταση.
Έχετε βρεθεί και στη θέση του Βοηθού Σκηνοθέτη αρκετές φορές. Έχετε σκεφτεί ποτέ να σκηνοθετήσετε η ίδια εξ ολοκλήρου κάποια παράσταση;
Είναι αλήθεια ότι είχα την τύχη να βρεθώ στη θέση της βοηθούς σκηνοθέτη πλάι σε πολύ αξιόλογους σκηνοθέτες στα νεανικά μου χρόνια. Από αυτές τις δουλειές αποκόμισα πάρα πολλά πράγματα, έμαθα από μέσα τη δουλειά, «έκλεβα» από τους αξιόλογους συναδέλφους στη σκηνή αλλά και από το πως χτίζεται μια παράσταση. Τώρα στα άμεσα σχέδιά μου δεν είναι να σκηνοθετήσω κάτι, αλλά επειδή έχω μάθει στη ζωή ποτέ μη λες ποτέ, ίσως αν βρεθεί ένα έργο για το οποίο να έχω πραγματικά κάτι να πω, να το τολμήσω.
Σας έχει λείψει η τηλεόραση;
Η αλήθεια είναι ότι η τηλεόραση μου έχει λείψει πολύ. Τα τελευταία 3 χρόνια ήταν εντελώς αδύνατον να έχω κάποια συμμετοχή σε τηλεοπτική σειρά, διότι έχοντας αναλάβει την ευθύνη της παράστασης του «Ανατόλ» αλλά και τον θηριώδη ρόλο της «Μήδειας», ήταν εντελώς αδύνατον να συμμετέχω σε μία τηλεοπτική σειρά. Όμως μου αρέσει πολύ η τηλεόραση, θα ήθελα πολύ να ξανακάνω και νομίζω ότι έχει φτάσει η ώρα και η στιγμή και ελπίζω ότι με τη καινούρια χρονιά θα δοθεί η ευκαιρία να είμαι σε μία αξιόλογη σειρά.
Υπάρχουν κάποια άλλα σχέδια για το μέλλον;
Με τον σκηνοθέτη Δημήτρη Γεωργαλά έχουμε στα σχέδιά μας να ξεκινήσουμε μετά τις γιορτές πρόβες για ένα υπέροχο έργο του διεθνούς ρεπερτορίου, το οποίο δεν έχω τη δυνατότητα να ανακοινώσω ακόμα, με εξαιρετικούς συνεργάτες και συντελεστές, και είμαι βαθύτατα χαρούμενη για αυτό.