Αναλυτικός οδηγός της ΑΑΔΕ για την κληρονομιά: Καταθέσεις, μισθοί, ψιλή κυριότητα και ειδικές περιπτώσεις
Ο φόρος κληρονομιάς στην Ελλάδα δεν περιορίζεται μόνο σε ακίνητα, αλλά καλύπτει κάθε μορφή περιουσίας, όπως τραπεζικές καταθέσεις, μετοχές, έργα τέχνης και κινητά περιουσιακά στοιχεία, τόσο εντός όσο και εκτός χώρας, υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Η ΑΑΔΕ διευκρινίζει το πλαίσιο με ερωτήσεις και απαντήσεις για τις πιο συνήθεις περιπτώσεις.
Φόρος επιβάλλεται σε κάθε κληρονομούμενο περιουσιακό στοιχείο που βρίσκεται στην Ελλάδα ή σε κινητά περιουσιακά στοιχεία του εξωτερικού, εφόσον ο θανών ήταν Έλληνας υπήκοος ή αλλοδαπός με μόνιμη κατοικία στην Ελλάδα.
Ακόμα και ποσά που αφορούν αυξήσεις αποδοχών του θανόντος για περίοδο πριν από τον θάνατό του, εφόσον καταβάλλονται στους κληρονόμους, φορολογούνται.
Επιπλέον, σε περιπτώσεις ψιλής κυριότητας, αν αυτή είχε μεταβιβαστεί με επαχθή αιτία και με ταυτόχρονη παρακράτηση επικαρπίας, με τον θάνατο του επικαρπωτή, επιβάλλεται φόρος για το υπόλοιπο ποσοστό αξίας της κυριότητας. Ο φόρος αυτός υπολογίζεται με βάση τις αξίες της ημερομηνίας θανάτου.
Αξιοσημείωτη είναι η απαλλαγή που ισχύει για κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς. Μετά τον θάνατο ενός εκ των συνδικαιούχων, η κατάθεση μεταβιβάζεται αυτοδίκαια στους υπόλοιπους χωρίς να επιβάλλεται φόρος κληρονομιάς, εκτός αν ο λογαριασμός είναι σε μη συνεργάσιμο κράτος ή χώρα χωρίς φορολογική σύμβαση με την Ελλάδα.
Οι κληρονόμοι που κάνουν χρήση του ευεργετήματος της απογραφής υποχρεούνται επίσης να υποβάλουν δήλωση και να καταβάλουν τον φόρο που τυχόν προκύπτει.
Αν κάποιος καθίσταται κληρονόμος λόγω αποποίησης άλλου προσώπου, τότε πληρώνει τον μεγαλύτερο φόρο μεταξύ του δικού του και του αρχικού, εκτός αν πρόκειται για φορείς δημοσίου ή μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα.
Τέλος, επιτρέπεται η αφαίρεση από την κληρονομιά χρεών του αποβιώσαντος προς το Δημόσιο ή την τοπική αυτοδιοίκηση, ακόμα και αν έχουν βεβαιωθεί μετά τον θάνατό του.
Απαλλαγή από τον φόρο κληρονομιάς προβλέπεται για κινητή περιουσία Έλληνα υπηκόου εγκατεστημένου στο εξωτερικό για πάνω από δέκα χρόνια, με εξαιρέσεις για δημόσιους υπαλλήλους που εργάζονται εκτός Ελλάδας λόγω της υπηρεσιακής τους θέσης.