Ο τοίχος στον προαύλιο χώρο των φυλακών Κορυδαλλού γκρεμίζεται. Είναι ο τοίχος του πολιτιστικού κέντρου. Μέσα από τις ρωγμές φαίνεται μια φθαρμένη παραλία, κοκοφοίνικες και θάλασσα από σπρέι. Σε λίγο ακούγονται τα τύμπανα και οι κρατούμενοι με υψωμένες γροθιές φωνάζουν «Εμείς είμαστε οι πιστοί των Περσών». Η γροθιά μέσα στο πλαίσιο του θεάτρου, στο πλαίσιο της αρχαίας τραγωδίας του Αισχύλου «Πέρσες» την οποία ανέβασε το θεατρικό εργαστήρι των φυλακών Κορυδαλλού, δεν είναι πια απειλή αλλά μέσο έκφρασης. Δεν συνιστά λόγο φόβου, θυμού ή απόρριψης, αλλά συνδιαλλαγή με το κοινό.
«Προσπάθησα πολύ, προσπαθήσαμε πολύ» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κρατούμενος Γρηγόρης, κορυφαίος του χορού των Περσών, «δεν μπορεί να το κάνει ο καθένας αυτό». Πράγματι τα λόγια είναι πολλά, οι έννοιες δύσκολες, οι λέξεις βαριές. Και όμως, η ομάδα των 26 κρατουμένων που δεν είναι καν όλοι Έλληνες, δεν γνωρίζουν δηλαδή στον ίδιο βαθμό ούτε τη γλώσσα, ούτε έχουν τα ερεθίσματα, έστω από το σχολείο, φέρνει σε πέρας τον άθλο με άψογο επαγγελματισμό. «Τρομάζεις, δεν είναι απλό να εκτεθεί ο άλλος έτσι» σημειώνει ο Γρηγόρης. Έχει κάνει 7 χρόνια φυλακή, δεν χρειάζεται τη βεβαίωση γιατί αποφυλακίζεται έτσι κι αλλιώς. Όμως, ήταν γι αυτόν σπουδαίο να έρχεται στην πρόβα γιατί «το θέατρο ηρεμεί». «Οι τελευταίοι 2-3 μήνες είναι τόσο δύσκολοι, όσο οι πρώτοι» και οι Πέρσες αποδεικνύουν ότι «μπορώ να κάνω και άλλα πράγματα. Ξεκίνησα κάτι και το ολοκληρώνω, δεν έχω ολοκληρώσει πολλά στη ζωή μου» αναφέρει. Μιλάει για «αυτοπεποίθηση», για χρόνο «που δεν είναι πεταμένος». «Λίγο καλύτεροι όλοι γίναμε, λίγο σοφότεροι. Ξεκινάμε από άλλες συνθήκες, από τη φυλακή, πολύς κόσμος, δυσκολίες, προβλήματα που περιμένουν. Στο θέατρο είναι οι μοναδικές στιγμές που σκεφτόμαστε έξω από τα ίδια. Έχεις κάτι να κάνεις. Όλοι κερδίσαμε» καταλήγει ο Γρηγόρης.
Κερδισμένη είναι η κοινωνία, εκτός από τους κρατούμενους. Το πιστοποιεί αυτό η διευθύντρια των φυλακών Κορυδαλλού Μαρία Στέφη που σχολιάζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι η διαφορά είναι «πάρα πολύ εμφανής», στις προσωπικότητες των συμμετεχόντων και «στην καθημερινότητα μέσα στη φυλακή». «Μακάρι να κάνουμε και άλλα προγράμματα» σχολιάζει. Το κείμενο του Αισχύλου είναι πειραγμένο, οι κρατούμενοι έχουν προσθέσει κάποιες δικές τους φράσεις. «Ξέρουν το όνομά σου, όχι την ιστορία σου» ακούγεται. Η αυλαία πέφτει. Το κοινό φωνάζει μπράβο, είναι η σειρά του να σηκώσει τα χέρια χειροκροτώντας για ώρα. Η τραγωδία του Αισχύλου, που εκθέτει τα βάσανα των ηττημένων Περσών, στις φυλακές Κορυδαλλού βιώνεται ως αλήθεια, δεν υπάρχει τίποτα ξεπερασμένο. Κάθε ερώτημα, κάθε εσωτερική σύγκρουση βρίσκει το δρόμο της προς το φως. «Ελπίζουμε να καταλάβατε ότι το υπέρλαμπρο παλάτι, γεμάτο θησαυρούς, είναι αυτό το κτήριο» λένε οι κρατούμενοι δείχνοντας τις φυλακές και προσθέτουν «Εσάς περιμένουμε». «Μπορούμε να είμαστε πιο χρήσιμοι από όσο νομίζουν» αναφέρει ο Γρηγόρης και στο πρόσωπό του φαίνεται όλη η χαρά ενός παιδιού.
Το θέατρο είναι «δικαίωμα αντίστασης στο πεπρωμένο»
Τρεις βραδιές. Πρώτα οι επίσημοι, το δικαστικό σώμα – εισαγγελείς και δικαστές Αθηνών και Πειραιά, η τοπική κοινωνία, οι δημοσιογράφοι. Μετά οι συγκρατούμενοι, η γιορτή των φυλακών, και, τέλος, οι οικογένειες, οι φίλοι των κρατουμένων Σάββατο βράδυ, η προσμονή της ελευθερίας. Τρεις παραστάσεις που το φως και οι κάμερες συμβολίζουν την αυτοπραγμάτωση και όχι τον εγκλεισμό. Ακριβώς δίπλα, οι προβολείς με το διαπεραστικό λευκό φως λούζουν την αυλή του σωφρονιστικού καταστήματος. Τα συρματοπλέγματα καλύπτουν τον ουρανό από άκρη σε άκρη. Δεν υπάρχει το περιθώριο για ούτε ένα εκατοστό επιείκειας. Όχι στο πολιτιστικό κέντρο. Εκεί οι αστυνομικοί μπορούν να είναι φρουροί στην ταράτσα και να γλείφουν ένα παγωτό ξυλάκι. Το θέατρο δίνει στους πρωταγωνιστές του «το δικαίωμα της αντίστασης στο πεπρωμένο», όπως λέει η σκηνοθέτης της παράστασης Αικατερίνη Παπαγεωργίου. Μαζί με τον Στρατή Πανουργιό, επίσης σκηνοθέτη και εμψυχωτή της ομάδας, ανέλαβαν το δύσκολο έργο να δώσουν ένα «κίνητρο ζωής», μια έστω «στιγμιαία διέξοδο» σε αυτούς τους ανθρώπους, μέσα σε ένα περιβάλλον «τόσο κυρίαρχο και ισχυρό που υπονομεύει την ίδια τη διαδικασία». Συνομιλώντας με τον Γιώργο Πατεράκη, τον επαγγελματία ηθοποιό που ερμήνευσε τον Ξέρξη, κατέληξαν ότι «μπορεί η παράσταση να ήταν ερασιτεχνική από την άποψη των τεχνών, γιατί έλειπαν τα ακονισμένα και εκπαιδευμένα εκφραστικά μέσα, αλλά όσον αφορά το ψυχικό δόσιμο, την ταύτιση, ήταν πέρα για πέρα ειλικρινής». Οι κρατούμενοι «είχαν πραγματικά συνομιλήσει με το κείμενο» με τους ηττημένους Πέρσες που επιστρέφουν ματαιωμένοι στην πατρίδα τους και αναζητούν απαντήσεις για την επόμενη ημέρα.
Το θεατρικό εργαστήρι του Κορυδαλλού έχει ανεβάσει ξανά παραστάσεις, όμως η αρχαία τραγωδία σε αυτό το συγκείμενο προσέφερε μια πρωτόγνωρη κάθαρση. «Οι Πέρσες ενδείκνυνται για κάτι τέτοιο» σχολιάζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Αικατερίνη, «και φυσικά η αρχαία τραγωδία. Γιατί θέτει τα μεγάλα, υπαρξιακά, τα πυρηνικά ερωτήματα, που συχνά ξεφεύγουν των διαπροσωπικών σχέσεων» ενώ η ίδια η διαδικασία μπορεί να αποτελέσει «γόνιμο έδαφος για να απαντήσουν οι κρατούμενοι πού τοποθετούνται ως χαρακτήρες, ως ιστορίες ζωής, ως υποστάσεις». Ενώ, από τη μια, το θέατρο σκαλίζει το προφανές και αμείλικτο ερώτημα της στέρησης της ελευθερίας ως συνέπεια λαθών και παραλείψεων, από την άλλη, διδάσκει τους κρατούμενους δεξιότητες που τους προετοιμάζουν για την κοινωνία. «Εκπαιδεύονται στην συνέπεια, να έρχονται σε μια πρόβα την ώρα που συμφωνήσαμε, να είναι συνεπείς σε αυτό που αναλαμβάνουν ως ευθύνη, να υπακούουν σε μια ομάδα, να αντιληφθούν ότι ο καθένας από αυτούς είναι χρήσιμος μέσα σε αυτή την ομάδα και αν φύγει ή για κάποιο λόγο λοξοδρομήσει, κάτι θα στερήσει έμπρακτα από άλλους ανθρώπους, να υπάρχουν σε ένα πλαίσιο κανόνων. Οπότε το να μπουν και να παραμείνουν σε μια τέτοια διαδικασία δεν είναι αυτονόητο. Αυτό είναι το στοίχημα του σωφρονισμού» καταλήγει η Αικατερίνη Παπαγεωργίου.