Σχέδιο δράσης κατά της Ακρίβειας

0

Ξεκίνησαν οι συναντήσεις του υπουργού Ανάπτυξης Τάκη Θεοδωρικάκου με επιχειρηματίες και με εκπροσώπους του λιανεμπορίου με σκοπό να μειώσουν τις τιμές σε βασικά προϊόντα και να παταχθεί η ακρίβεια.

Το στοίχημα για την κυβέρνηση δεν είναι μόνον η πτώση του πληθωρισμού, αλλά το αποτέλεσμα να φανεί στα ράφια των σούπερ μάρκετ γι’ αυτό και σύμφωνα με πληροφορίες ο υπουργός ξεκίνησε τις επαφές του, σχεδόν αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, με επιχειρηματίες, ορισμένοι από τους οποίους εκπροσωπούν και φορείς του λιανεμπορίου και θα συνεχιστούν, εντατικά, τις επόμενες μέρες, με εκπροσώπους της βιομηχανίας τροφίμων και ποτών καθώς και με τους εκπροσώπους φορέων που υπάγονται στο υπουργείο κι έχουν καθοριστικό ρόλο για τη λειτουργία της αγορά όπως είναι η Επιτροπή Ανταγωνισμού και ο Συνήγορος του Καταναλωτή.

Στο στόχαστρο η ακρίβεια

Σημειώνεται ότι πρόθεση της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου είναι, πέρα από την προσπάθεια της αγοράς για τη μείωση των τιμών και την ενίσχυση της συνεργασίας και της αποτελεσματικότητας των ελεγκτικών μηχανισμών σε θέματα αισχροκέρδειας, η τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού. Στο κομμάτι αυτό, καθοριστική συμβολή έχει η ταχύτητα με την οποία ολοκληρώνει τις υποθέσεις η Επιτροπή Ανταγωνισμού αλλά και ο αυτεπάγγελτος ελεγκτικός ρόλος της στην αγορά. Καθοριστική είναι, δε, και η συμβολή του Συνηγόρου του Καταναλωτή, όπου αναμένεται νέα ηγεσία, καθώς ολοκληρώνεται η θητεία του Λευτέρη Ζαγορίτη τον Αύγουστο.

Υπενθυμίζεται ότι η κυβέρνηση ανακοίνωσε την παράταση των μέτρων για την ακρίβεια μέχρι το Δεκέμβριο αλλά θέση, τόσο της βιομηχανίας όσο και του λιανεμπορίου είναι ότι έχουν μειώσει τα περιθώρια κέρδους και εκτιμούν πως η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού επιτρέπει την σταδιακή άρση των μέτρων της κυβέρνησης.

Επανεξέταση του πλαφόν

Στις συναντήσεις που ήδη είχε ο υπουργός, οι επιχειρηματίες εστίασαν στην επανεξέταση του μέτρου για το πλαφόν στο περιθώριο κέρδους. Και αυτό διότι, όπως εκτιμούν, ο περιορισμός μπορεί να λειτούργησε για ένα διάστημα ως φραγμός στις αυξήσεις αλλά, ταυτόχρονα, δεν μπορεί να οδηγήσει σε μειώσεις σε προϊόντα. Αυτό το δεύτερο στοιχείο είναι που ενδιαφέρει, άμεσα, και το υπουργείο Ανάπτυξης καθώς όπως δήλωσε ο υπουργός σε πρόσφατη συνάντησή του με δημοσιογράφους «οι επιχειρήσεις σε πολλά προϊόντα θα πρέπει να μειώσουν τις τιμές και να περιορίσουν το μεσοταθμικό τους κέρδος. Θα πρέπει να βάλουν πλάτη». Όπως είπε χαρακτηριστικά, είναι μια υπόθεση που «πρέπει να ενώσουμε όλοι τις δυνάμεις μας» και «όταν λέω όλοι, εννοώ το κράτος, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί, οι δυνάμεις της αγοράς και οι πολίτες».

Πάντως, για τους ανθρώπους της αγοράς ο παρεμβατισμός για μεγάλο διάστημα, δημιουργεί στρεβλώσεις και γι’ αυτόν τον λόγο θα πρέπει τα όποια μέτρα λαμβάνονται να επανεξετάζονται και να βελτιώνονται ή ακόμα και να καταργούνται.

H ακριβότερη χώρα για τα γαλακτοκομικά προϊόντα (γάλα, τυρί και αυγά) το έτος 2023 αναδείχθηκε η Ελλάδα. Σύμφωνα με τα στοιχεία για το επίπεδο τιμών σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες που δημοσίευσε η Eurostat στη χώρα μας παρατηρούνται οι υψηλότερες τιμές στην κατηγορία των γαλακτοκομικών προϊόντων κατά 38% σε σχέση με τον μέσο κοινοτικό όρο και παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης να υποχωρήσει η ακρίβεια με στοχευμένα μέτρα.

Στην Ελλάδα πάνω από τον μέσο κοινοτικό όρο βρίσκονται οι τιμές και σε άλλα βασικά τρόφιμα, όπως τα έλαια-λίπη, το ψωμί και τα δημητριακά. Σε μη βασικά είδη όπως τα αλκοολούχα ποτά η χώρα μας βρίσκεται κατά 51% πάνω από τον μέσο κοινοτικό όρο κάτι που δεν προκαλεί εντύπωση καθώς οφείλεται στην ανέκαθεν υψηλή φορολογία τους. Τα τσιγάρα και εν γένει τα προϊόντα καπνού πωλούνται σε σχετικά χαμηλές τιμές στην Ελλάδα (27,10% κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε.). Η χώρα μας παραμένει μία από τις ακριβότερες χώρες στις τηλεπικοινωνίες αλλά παρουσιάζει χαμηλότερες τιμές στις υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης.

Ακριβές οι τηλεπικοινωνίες στην Ελλάδα

Ως προς την κατάταξη, στην κατηγορία έλαια-λίπη η Ελλάδα είναι η τέταρτη ακριβότερη χώρα με τις τιμές να διαμορφώνονται σε επίπεδα 26,3% πάνω από τον μέσο κοινοτικό όρο. Ακριβότερο από τον μέσο όρο στην Ε.Ε. πληρώνουν οι καταναλωτές στην Ελλάδα το ψωμί. Σε επίπεδα κάτω του μέσου ευρωπαϊκού όρου διαμορφώθηκαν οι τιμές στην Ελλάδα το 2023 στο κρέας (κατά 6,3%) και στα φρούτα-λαχανικά (14,1%).

Δεύτερη ακριβότερη χώρα στις τηλεπικοινωνίες η χώρα μας. Στην πρώτη θέση το Βέλγιο.

Μεγάλες διαφορές παρατηρούνται στις τιμές των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στην Ελλάδα που είναι κατά 48,6% υψηλότερες από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο και τη χώρα μας να καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση μετά το Βέλγιο. Από την άλλη, οι τιμές των υπηρεσιών μεταφορών είναι χαμηλότερες κατά 14,7% από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Η εστίαση και τα καταλύματα παραμένουν συγκριτικά φθηνότερα, ενώ το 2023 και οι τιμές στην ενέργεια ήταν φθηνότερες, κατά 7% σε σύγκριση με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο.

Τα επίπεδα τιμών για τα τρόφιμα, τα ποτά και τον καπνό διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Το 2023, οι τιμές στα τρόφιμα και τα μη αλκοολούχα ποτά στο Λουξεμβούργο ήταν 19% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, ενώ στη Ρουμανία ήταν 26% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ.

Τα μη αλκοολούχα ποτά ήταν πιο ακριβά στη Λετονία, 42% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, και λιγότερο ακριβά στην Ιταλία, 18% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Η τιμή του αλκοόλ στη Φινλανδία ήταν 102% πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ, ενώ στην Αυστρία ήταν 17% κάτω από το μέσο όρο της ΕΕ. Όσον αφορά τον καπνό, οι υψηλότερες τιμές παρατηρήθηκαν στην Ιρλανδία (158% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ), ενώ οι χαμηλότερες καταγράφηκαν στη Βουλγαρία (51% κάτω).

Οι υψηλότερες τιμές για τα έλαια και τα λίπη παρατηρήθηκαν στην Ελβετία. Η Νορβηγία είχε το υψηλότερο επίπεδο τιμών για τα φρούτα, τα λαχανικά και τις πατάτες, ενώ η Δανία για τα άλλα τρόφιμα. Η Βόρεια Μακεδονία είχε το χαμηλότερο επίπεδο τιμών για τα έλαια και τα λίπη, η Τουρκία ήταν η λιγότερο ακριβή χώρα για τα φρούτα, τα λαχανικά και τις πατάτες και για άλλα προϊόντα διατροφής.

Μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, η Μάλτα είναι η πιο ακριβή χώρα για τα έλαια και τα λίπη, το Λουξεμβούργο για τα φρούτα, τα λαχανικά και τις πατάτες και η Δανία για άλλα τρόφιμα. Η Πολωνία ήταν η λιγότερο ακριβή χώρα για τα έλαια και τα λίπη, η Ρουμανία για τα φρούτα, τα λαχανικά και τις πατάτες και για άλλα τρόφιμα.

Πικρή… γεύση αναμένεται να έχει ο καφές στα τραπέζια των καταστημάτων εστίασης από την 1η Ιουλίου με τον ΦΠΑ να επανέρχεται στο 24% από το 13% που βρίσκονταν έως σήμερα.

Οι επιχειρηματίες της εστίασης φέρονται να προσανατολίζονται στο να μετακυλήσουν εξ ολοκλήρου την αύξηση στους καταναλωτές, καθώς αρκετοί ήδη, όπως λένε, απορρόφησαν την ανατίμηση του καρπού στη διεθνή αγορά.

Ο καφές στο… τραπέζι

Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, σύμφωνα με τον τηλεοπτικό σταθμό «Open», ο freddo espresso που κοστίζει σήμερα 2,50 ευρώ θα σκαρφαλώσει στα 2,80 ευρώ, ενώ ο ίδιος καφές, που κοστίζει σήμερα 3,50 ευρώ θα ανέλθει στα 4 ευρώ.

Μιλώντας για το γεγονός ο βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης με τη ΝΔ Στράτος Σιμόπουλος, υπογράμμισε πως «το οικονομικό επιτελείο σκέφτεται πως δεν θα περάσει στον καταναλωτή και θα τον απορροφήσουν οι καφετέριες. Πρέπει να υπάρχει μία ισορροπία ανάμεσα στα οικονομικά του κράτους και στην καθημερινότητα των πολιτών. Η μείωση των τιμών στα τρόφιμα των έμμεσων φόρων, δεν περνάει στον καταναλωτή. Τα γραφήματα που έδωσε στη δημοσιότητα η τράπεζα της Ισπανίας απέδειξαν πως η μείωση είναι πρόσκαιρη και μετά ο πληθωρισμός ανεβαίνει. Πιστεύω ότι πρέπει να αυξηθεί και το ακατάσχετο στους τραπεζικούς λογαριασμούς».

Το θέμα της ακρίβειας, εν συγκρίσει, μάλιστα, με χώρες όπως η Ισπανία, είναι το κεντρικό ζήτημα της ανάρτησης του υπουργού Επικρατείας Άκη Σκέρτσου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Κάνοντας χρήση στοιχείων της Eurostat και της ισπανικής κεντρικής τράπεζας, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η χώρα μας είναι «η 8η φθηνότερη χώρα στην ΕΕ», ενώ «παραμένει μια σχετικά φθηνή χώρα σε σχέση με τα άλλα μέλη της ΕΕ».

Με τίτλο της ανάρτησης, «περνάει τελικά στις τιμές καταναλωτή ο μειωμένος ΦΠΑ ή όχι; Το αρνητικό παράδειγμα της Ισπανίας με τον χαμηλότερο ΦΠΑ και τον υψηλότερο πληθωρισμό», ο υπουργός Επικρατείας σημειώνει πως «η μάχη για την ενίσχυση των εισοδημάτων, των μισθών και των συντάξεων, τη στήριξη της αγοραστικής δύναμης των Ελλήνων μαζί με τη βελτίωση του ανταγωνισμού και των τιμών υπέρ των καταναλωτών είναι διαρκής. Και την δίνουμε με επιμονή, θάρρος, ειλικρίνεια και χωρίς δογματισμούς, όπως φάνηκε με τη δεύτερη κατά σειρά έκτακτη φορολόγηση των υπερκερδών των διυλιστηρίων και τα βαριά πρόστιμα που πλέον επιβάλλονται σε όσες επιχειρήσεις παρανομούν».

Ωστόσο, συνεχίζει, «δυστυχώς, δεν ισχύει το ίδιο για την αντιπολίτευση που επιμένει να εισηγείται τη λάθος συνταγή – δηλαδή την εύκολη αλλά κοστοβόρα και κυρίως αποτυχημένη λύση της μείωσης ΦΠΑ – αλλά και το λάθος παράδειγμα, αυτό της Ισπανίας που δοκίμασε τη μείωση ή και τον μηδενισμό του ΦΠΑ χωρίς να πετύχει αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στα τρόφιμα. Αντιθέτως εξακολουθεί να σημειώνει υψηλότερο πληθωρισμό από την Ελλάδα που έχει υψηλότερο ΦΠΑ».

 

 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ