Άρθρο της Μαριάνθης Δ. Καφετζή-Ραυτοπούλου, Αντιπροέδρου Ε.Ο. & Κ.–Ζάππειο Μέγαρο, Οικονομολόγου, ΜΒΑ, Πολιτευτού ΝΔ, Βόρειο Τομέα Β1 Αθηνών για την εφημερίδα «Αθηναϊκά Νέα»
Η ακρίβεια, οι ανατιμήσεις κάθε μέρα γίνονται και πιο αισθητά και δυσβάσταχτα στα νοικοκυριά, μια ακρίβεια που δεν είναι ελληνικό φαινόμενο αλλά πανευρωπαϊκό, με κύρια αιτία την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ένα πρόβλημα που δημιουργεί τεράστιες δυσκολίες στη ζωή των πολιτών σε καθημερινή βάση. Η κυβέρνηση καλείται να δώσει λύση, τη στιγμή που η αντιπολίτευση υψώνει κορώνες λαϊκισμού, χρησιμοποιώντας πολλές φορές ψευδή ή ανακριβή στοιχεία.
Ένα από τα ψευδή στοιχεία που επικαλείται ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι οι Έλληνες πληρώνουν πιο ακριβά το ρεύμα από τους υπόλοιπους ευρωπαίους. Τα στοιχεία τόσο της Eurostat για το 2021, όσο και του διεθνούς οργανισμού HEPPI για τον Μάρτιο του 2022 δείχνουν ότι η Ελλάδα βρίσκεται χαμηλότερα στην τιμή λιανικής από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Χαμηλότερα και από χώρες όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία που συχνά επικαλείται η Αντιπολίτευση. Εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι όλες οι χώρες στην Ευρώπη έχουν αυξήσεις και μάλιστα πολύ μεγάλες στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος. Η κρατική στήριξη στην Ελλάδα είχε ως αποτέλεσμα να έχουμε χαμηλότερη τιμή λιανικής από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι τα νοικοκυριά δεν εξακολουθούν να δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν την πληρωμή των αυξημένων λογαριασμών που έρχονται αντιμέτωποι, ιδιαίτερα στις μεγαλύτερες καταναλώσεις όπου η επιβάρυνση για τους πολίτες είναι πολύ μεγάλη με αποτέλεσμα να δημιουργεί τεράστιες δυσκολίες στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς. Σύμφωνα με πληροφορίες η κυβέρνηση γνωρίζει το πρόβλημα και σχεδιάζει ουσιαστική στήριξη και σε αυτές τις καταναλώσεις με οριζόντια παρέμβαση και με ευρύ χρονικό ορίζοντα. Η πραγματικότητα είναι ότι από την πρώτη στιγμή που παρατηρήθηκαν οι ανατιμήσεις η Κυβέρνησή έδειξε γρήγορα αντανακλαστικά σε ένα όχι εύκολα αντιμετωπίσημο ζήτημα, το οποίο ήρθε να προστεθεί στα δύο χρόνια αντιμετώπισης της κρίσης που επέφερε η πανδημία. Μέχρι σήμερα έχουν διατεθεί για την στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων πάνω από 4 δισ. ευρώ.
Παρά τις εξωγενείς, διαδοχικές και αλλεπάλληλες κρίσεις, τα τελευταία δύο χρόνια έχουν γίνει εννέα αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας. Αναβαθμίστηκε η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας μας σε ένα μόλις «σκαλοπάτι» πριν την επενδυτική βαθμίδα, με την πιο πρόσφατη αναβάθμιση αυτή των οίκων αξιολόγησης: «S&P Global Ratings» και «DBRS Morningstar».
Η στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών είναι αποτελεσματική, παρότι οι δηλώσεις της αντιπολίτευσης υποστηρίζουν το αντίθετο και αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών – παρά τις αναμενόμενες, λόγω της ενεργειακής κρίσης, απώλειες το 4ο τρίμηνο – παρουσίασε σημαντική αύξηση, κατά 3,7 δισ. ευρώ το 2021 σε σχέση με το 2019. Το συνολικό ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα το 2021 είναι το υψηλότερο από το 2013. Επιπλέον, τα στοιχεία δείχνουν ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις είναι ανθεκτικές. Ο κύκλος εργασιών ανήλθε στα 332,4 δισ. ευρώ το 2021, αυξημένος κατά 15,5 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2019. Η χώρα μας κατάφερε να πετύχει Διεθνή αναγνώριση της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής με αποτέλεσμα να δρομολογείται η έξοδος της από την Ενισχυμένη Εποπτεία.