Η παραδοχή πριν λίγα 24ωρα της Credit Suisse Group AG για «ουσιώδεις αδυναμίες» στις οικονομικές της καταστάσεις, καθώς το κόστος ασφάλισης των ομολόγων της από την αθέτηση πληρωμών έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο από την ίδρυση της τράπεζας, άνοιξε τον ασκό του Αιόλου για τον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο, με φόντο την κατάρρευση της Silicon Valley Bank.
Όπως αναφέρει το newmoney.gr οι «ουσιώδεις αδυναμίες» που εντοπίστηκαν σχετίζονται με την αδυναμία σχεδιασμού και διατήρησης αποτελεσματικών αξιολογήσεων κινδύνου στις οικονομικές της καταστάσεις,
Πάντως, η τιμή της μετοχής στο Χρηματιστήριο της Ζυρίχης βουλιάζει σήμερα κατά σχεδόν 23%.
Στην ετήσια έκθεσή της, η Credit Suisse αποκάλυψε ότι είχε εντοπίσει «ορισμένες ουσιώδεις αδυναμίες στον εσωτερικό έλεγχο της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης» για τα έτη 2021 και 2022. «Ο εσωτερικός έλεγχος του ομίλου επί της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης δεν ήταν αποτελεσματικός», ανέφερε η Credit Suisse στην ετήσια έκθεσή της, με τη διοίκηση να καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι έλεγχοι και οι διαδικασίες δημοσιοποίησης δεν ήταν αποτελεσματικές». Συγκεκριμένα η τράπεζα γνωστοποίησε ότι παρατηρούσε «σημαντικά υψηλότερες αναλήψεις καταθέσεων μετρητών, μη ανανέωση προθεσμιακών καταθέσεων που λήγουν και καθαρές εκροές περιουσιακών στοιχείων σε επίπεδα που ξεπερνούσαν σημαντικά τα ποσοστά που σημειώθηκαν το τρίτο τρίμηνο του 2022». Σύμφωνα με εκτιμήσεις, στο τελευταίο τρίμηνο του 2022 υπήρξαν εκροές καταθέσεων ύψους 110 δισ. ελβετικών φράγκων.
Με βάση τα οικονομικά αποτελέσματα της Credit Suisse για το 2022 καταγράφηκε καθαρή ζημία ύψους 7,3 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων (8 δισεκατομμυρίων δολαρίων) για το σύνολο του έτους.
Επιπρόσθετα η PwC, εταιρεία ορκωτών ελεγκτών λογιστών που πραγματοποίησε τον έλεγχο των οικονομικών καταστάσεων για το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2022, εξέδωσε «αρνητική γνώμη σχετικά με την αποτελεσματικότητα του εσωτερικού ελέγχου του Ομίλου επί της χρηματοοικονομικής αναφοράς στις 31 Δεκεμβρίου 2022», ανέφερε η Credit Suisse.
Η αναφορά αυτή αποτέλεσε το πρώτο σοκ για επενδυτές και αγορές, με τη Credit Suisse να ανακοινώνει πως υιοθετεί ένα «Σχέδιο Αποκατάστασης». Ωστόσο η Saudi National Bank (SNB) που κατέχει το 9,9% των μετοχών της Credit Suisse και είναι ο κυριότερος μέτοχος της ελβετικής τράπεζας αρνείται να προχωρήσει σε νέα κεφαλαιακή ενίσχυση καθώς, σύμφωνα με το Bloomberg, σχετίζεται με την απροθυμία της SNB να υπερβεί το όριο του 10%. Ας σημειωθεί ότι η SNB ελέγχεται σε ποσοστό 37% από το κρατικό ταμείο πλούτου της Σαουδικής Αραβίας.
Παράλληλα, ο πρόεδρος του Δ.Σ. της Credit Suisse, Axel Lehmann, ανέφερε ότι πιθανή κρατική στήριξη στην τράπεζα «δε συζητείται καν», παρά τα πρόσφατα προβλήματα που έχουν κλονίσει την εμπιστοσύνη καταθετών και επενδυτών στον όμιλο.
Η ανησυχητική πρόβλεψη
Η κρίση ρευστότητας και τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίσει η ελβετική τράπεζα είναι οδηγήσει μόλις προ 24ώρου τον αναλυτή και επενδυτή της Wall Street Ρόμπερτ Κιγιοσάκι να προβλέψει πως η επόμενη τράπεζα που θα καταρρεύσει είναι η Credit Suisse. Ο Κιγιοσάκι πιστεύει ότι η ελβετική τράπεζα θα βρεθεί σε κατάσταση χρεοκοπίας το επόμενο διάστημα, εν μέσω των κλυδωνισμών από το κλείσιμο της Silicon Valley Bank (SVB). «Το πρόβλημα είναι η αγορά ομολόγων, και η πρόβλεψή μου-είχα προβλέψει την πτώχευση της Lehman Brothers πριν από χρόνια, και νομίζω ότι η επόμενη τράπεζα που θα καταρρεύσει είναι η Credit Suisse-, δήλωσε ο συνιδρυτής της Rich Dad Company, επειδή η αγορά ομολόγων καταρρέει.
Η ανησυχία και οι φόβοι για την πορεία του τραπεζικού κλάδου στην Ευρώπη – ανεξαρτήτως του ζητήματος της SVB που δεν σχετίζεται με τις εξελίξεις στη SC – έχουν για τα καλά επιστρέψει, με τις μετοχές των τραπεζών να βρίσκονται σήμερα σε ελεύθερη πτώση. Οι χρηματιστηριακές αρχές αναγκάστηκαν πριν λίγο να αναστείλουν τη διαπραγμάτευση των μετοχών τόσο της Credit Suisse όσο και της Societe Generale, η οποία επίσης δεχόταν ισχυρές πιέσεις. Στον «πάγο» μπήκαν και οι μετοχές αρκετών ιταλικών τραπεζών (UniCredit, Finecobank και Monte Dei Paschi).
«Οι αγορές είναι πολύ ευαίσθητες στις αρνητικές ειδήσεις, μετά την έκπληξη στις αμερικανικές τράπεζες. Υπάρχει ο φόβος για μετάδοση του κινδύνου και σε άλλες τράπεζες» δηλώνει στο Bloomberg o Φρανσουά Λαβιέ, επικεφαλής αναλυτής στη Lazard Freres Gestion. Αναλυτές εξηγούν πως εξαιτίας της αδύναμης επενδυτικής εμπιστοσύνης, δεν μπορεί να αποκλειστεί ένα bank – run στις πιο ευάλωτες τράπεζες, κάτι που θα πυροδοτήσει ασφυξία στον κλάδο.
Στο «κόκκινο» οι αγορές
Η κατρακύλα της ελβετικής τράπεζας, όπως είναι εύλογο, παρασέρνει και τις υπόλοιπες τραπεζικές μετοχές, με τον δείκτη Euro Stoxx Banks να περιορίζεται κατά 6,6% και να φθάνει στο χαμηλότερο επίπεδο από τις αρχές του Ιανουαρίου.
Η γαλλική BNP Paribas, δε, χάνει τουλάχιστον 11,5%, ενώ πιέσεις ασκούνται και στις μετοχές των ελληνικών τραπεζών, με την Alpha Bank να κατρακυλάει κατά 8,8%. Commerzbank και Deutsche Bank, επίσης, χάνουν έως 9,5%. Τέλος, η Societe Generale -μέχρι την αναστολή διαπραγμάτευσης- υποχωρούσε κατά 11%.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, ο πανευρωπαϊκός Stoxx 600 εμφανίζει ισχυρές απώλειες στο -2,50% και τις 438 μονάδες, καθώς ο γερμανικός DAX μειώνεται κατά 2,73%, ο βρετανικός FTSE 100 κατά 2,57%, ο γαλλικός CAC 40 κατά 3,33% και ο ιταλικός FTSE MIB κατά 3,46%.
Τα απόνερα, μάλιστα, φθάνουν έως την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, με τα προσυμβόλαια του Dow Jones να προμηνύουν βουτιά σχεδόν 600 μονάδων. Βαριές απώλειες αναμένονται και στους S&P 500 – Nasdaq.
Πηγή: newmoney.gr