Η ταχύτητα με την οποία κατέρρευσαν τέσσερις τράπεζες ενώ ακόμη παραπαίει άλλη μία έχει προκαλέσει την εντονότατη αντίδραση των επενδυτών. Ολα συνέβησαν μέσα σε μόλις 11 ημέρες, αλλά οι αιτίες πίσω από κάθε κατάρρευση τράπεζας ή άλλης εξέλιξης είναι διαφορετικές σε κάθε περίπτωση και εντελώς μοναδικές.
H εξάρτηση της Ελβετίας από μία τράπεζα
Το εναρκτήριο λάκτισμα στην κρίση έδωσε η κατάρρευση της αμερικανικής περιφερειακής τράπεζας Silvergate Capital εξαιτίας της μεγάλης έκθεσής της στη βιομηχανία κρυπτονομισμάτων. Με την έγκριση της Federal Reserve επιχείρησε να παρέμβει η αμερικανική Αρχή Ασφάλισης Καταθέσεων που συζητούσε με τη διοίκηση πώς να μην κλείσει η τράπεζα.
Από τους ελέγχους των ρυθμιστικών αρχών, όμως, και τις έρευνες του υπουργείου Δικαιοσύνης για απάτη σε κάποιες συμφωνίες με τις εταιρείες FTX και Alameda Research του Σαμ Μπάνκμαν Φράιντ, κατέστη σαφές ότι η τράπεζα δεν μπορούσε να ανακάμψει. Τελικά κανείς δεν ομολόγησε κάποιο παράπτωμα, αλλά η τράπεζα ανακοίνωσε αναστολή της λειτουργίας της στις 8 Μαρτίου. Με τον επίλογο της Silvergate να έχει ήδη γραφτεί, η νευρικότητα ήταν ήδη διάχυτη μεταξύ επενδυτών.
Στις 8 Μαρτίου όταν η Silicon Valley, επίσης περιφερειακή τράπεζα, ανακοίνωσε ότι πουλάει μετοχές της αξίας 2,25 δισ. δολ. αλλά και ζημίες στο χαρτοφυλάκιό της, οι επενδυτές έσπευσαν να πουλήσουν τις μετοχές της. Η μετοχή της υποχώρησε 60% την επόμενη ημέρα και η τράπεζα κατέρρευσε μία ημέρα αργότερα.
Στη συνέχεια πολλές τράπεζες εξέφρασαν ενδιαφέρον για την εξαγορά της Silicon Valley και ενδέχεται ακόμη να περιέλθει υπό τον έλεγχο της First Citizens BankShares που επανειλημμένως έχει εξαγοράσει αμερικανικές τράπεζες μετά την πτώχευσή τους.
Ακολούθησε η κατάρρευση της Signature Bank, που είναι η τρίτη σε μέγεθος ανάμεσα σε όσες αμερικανικές τράπεζες έχουν πτωχεύσει. Στις 12 Μαρτίου η τράπεζα έκλεισε έπειτα από πανικόβλητες μαζικές αναλήψεις από την πλευρά των πελατών της. Τέσσερις ημέρες αργότερα κατέρρευσε η Silvergate μολονότι είχε πολύ μικρότερη έκθεση στη βιομηχανία των κρυπτονομισμάτων.
Οι ρυθμιστικές αρχές ανακοίνωσαν ότι δεν εμπιστεύονταν πλέον τη διεύθυνση της εταιρείας και αποφάσισαν να την πάρουν υπό τον έλεγχό τους. Εγγυήθηκαν τις καταθέσεις όλων ανεξαιρέτως των πελατών της τράπεζας ανεξαρτήτως ύψους ποσού καθώς οι ρυθμιστικές αρχές επικαλέστηκαν μια πρόβλεψη σχετική με την «εξαίρεση σε περιπτώσεις συστημικού κινδύνου». Οι καταθέσεις της Signature Bank και μέρος του δανειακού της χαρτοφυλακίου περιήλθαν στον έλεγχο της Flagstar Bank της New York Community Bankcorp. Η Flagstar Bank συμφώνησε να αγοράσει ενεργητικό ύψους 13 δισ. δολ. αποτελούμενο από 25 δισ. δολ. μετρητά και περίπου 13 δισ. δολ. δάνεια. Ανέλαβε, επίσης, τις υποχρεώσεις της τράπεζας ύψους 36 δισ. δολ.
Ώθηση προς την κρίση έδωσε και η κατάρρευση της αμερικανικής Silvergate Capital εξαιτίας της μεγάλης έκθεσής της στη βιομηχανία κρυπτονομισμάτων.
Και τέλος ο ελβετικός κολοσσός της Credit Suisse που συγχωνεύθηκε πλέον με τη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας, την UBS. Η δεύτερη εξαγόρασε την πρώτη έναντι 3,2 δισ. δολ. με μεσολάβηση των ελβετικών αρχών που έσπευσαν για να αποτρέψουν μια μετάδοση της κρίσης και τη μετεξέλιξή της σε ευρύτερη χρηματοπιστωτική κρίση.
Η μόνη εναλλακτική που εξετάστηκε ήταν η μερική εθνικοποίηση της Credit Suisse. Η τράπεζα που είχε ηλικία 166 ετών κατέρρευσε μετά τις προσπάθειες του διευθύνοντος συμβούλου της, Ούρλιχ Κέρνερ, να τη σώσει απευθυνόμενος εκτεταμένα στην πελατεία της που είχε αποσύρει άνευ προηγούμενου ποσά στη διάρκεια του περασμένου έτους.
Οι προσπάθειές του δεν στάθηκαν επαρκείς για να αντιμετωπισθεί μια σειρά από σκάνδαλα και προπαντός οι ζημίες πολλών δισ. δολ. που είχε υποστεί η Credit Suisse εξαιτίας της έκθεσής της στο τοξικό fund Archegos και στην Greenshill.
Στις 9 Μαρτίου η αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξέτασε διεξοδικώς το ετήσιο ενημερωτικό δελτίο της τράπεζας αναγκάζοντάς την να καθυστερήσει τη δημοσιοποίηση των σχετικών στοιχείων του.
Η στάση των αμερικανικών αρχών προκάλεσε πανικό ειδικότερα σε συνδυασμό με την ατυχή αντίδραση του μεγαλύτερου μετόχου της, της σαουδαραβικής τράπεζας Saudi National Bank που αρνήθηκε να χορηγήσει νέα ένεση κεφαλαίου στη χειμαζόμενη τράπεζα.
Και τέλος, η First Republic, που γνώρισε τις ίδιες μαζικές αναλήψεις και την ίδια απώλεια κεφαλαίων που έπληξαν τις τρεις ομόλογές της στις ΗΠΑ και εκτιμάται ότι οι εκροές κεφαλαίων από τα ταμεία της έχουν φτάσει στο ιλιγγιώδες ποσό των 89 δισ. δολαρίων.
Οι αμερικανικές αρχές προσπάθησαν να στηρίξουν τη First Republic χορηγώντας ένεση ρευστότητας ύψους 30 δισ. δολ. την περασμένη εβδομάδα. Η αμερικανική τράπεζα JPMorghan Chase και ο διευθύνων σύμβουλός της, Τζέιμι Ντάιμο, έχουν εκπονήσει νέο σχέδιο για να βοηθήσουν τη First Republic. Το σχέδιο καλύπτει μέρος ή και το σύνολο των καταθέσεων 11 καταστημάτων της τράπεζας.