Μια νέα περίοδος ενίσχυσης των εισοδημάτων ανοίγει για τους εργαζομένους στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, καθώς από το νέο έτος ενεργοποιείται ένα πλέγμα παρεμβάσεων που οδηγεί σε αυξήσεις μισθών, επιδομάτων και καθαρών αποδοχών. Κατώτατος μισθός, συλλογικές συμβάσεις και φορολογικές αλλαγές συνθέτουν ένα τριπλό όφελος για εκατοντάδες χιλιάδες μισθωτούς.
Σημαντικές μεταβολές στο τοπίο των αποδοχών φέρνει η επόμενη διετία, με τους μισθωτούς να βλέπουν σταδιακά μεγαλύτερα ποσά στους λογαριασμούς τους. Οι παρεμβάσεις δεν περιορίζονται μόνο στον κατώτατο μισθό, αλλά επεκτείνονται στον μέσο μισθό, στις κλαδικές συμβάσεις, στα επιδόματα και στη φορολογία, δημιουργώντας ένα σύνθετο αλλά ευνοϊκό πλαίσιο για τα εισοδήματα από εργασία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από τις δηλώσεις των εργοδοτών στο σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ», ο μέσος ονομαστικός μισθός ακολουθεί ανοδική πορεία. Από τα επίπεδα των περίπου 1.340 ευρώ το 2024, αναμένεται να προσεγγίσει τα 1.440 ευρώ το 2026, ενώ ο στόχος για το 2027 είναι να φτάσει τα 1.500 ευρώ. Πρόκειται για εξέλιξη που αντανακλά τόσο τις αυξήσεις στους βασικούς μισθούς όσο και τη σταδιακή βελτίωση των αμοιβών σε επιμέρους κλάδους.
Κεντρικό ρόλο στις εξελίξεις διατηρεί ο κατώτατος μισθός. Σήμερα διαμορφώνεται στα 880 ευρώ, ωστόσο το κυβερνητικό σχέδιο προβλέπει νέα αύξηση την άνοιξη του 2026, με το ποσό να κινείται μεταξύ 915 και 920 ευρώ, ενώ το 2027 αναμένεται να φτάσει τα 950 ευρώ. Το τελικό ύψος της πρώτης αύξησης θα «κλειδώσει» με σχετική ανακοίνωση τον Απρίλιο του 2026.
Η άνοδος του κατώτατου μισθού δεν επηρεάζει μόνο τους χαμηλόμισθους του ιδιωτικού τομέα. Συμπαρασύρει και ολόκληρη τη μισθολογική πυραμίδα στο Δημόσιο, καθώς ο εισαγωγικός μισθός για την κατηγορία Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης αναμένεται να αυξηθεί από τα 950 ευρώ στα περίπου 985 με 990 ευρώ μεικτά. Παράλληλα, αντίστοιχες αυξήσεις θα καταγραφούν σε όλα τα μισθολογικά κλιμάκια, αλλά και στις προσαυξήσεις που σχετίζονται με υπερεργασία, υπερωρίες, νυχτερινή απασχόληση και εργασία σε αργίες.
Ιδιαίτερη σημασία έχουν και οι αλλαγές στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Από το 2026 αναμένεται να ενεργοποιηθούν αυξήσεις αποδοχών σε έως και 15 κλάδους της ελληνικής οικονομίας, όπου υπάρχουν μεν κλαδικές συμβάσεις, αλλά μέχρι σήμερα δεν είχαν επεκταθεί στο σύνολο των εργαζομένων. Με τις νέες διαδικασίες, οι συμβάσεις αυτές θα καταστούν υποχρεωτικές για όλες τις επιχειρήσεις του κλάδου, ανεξαρτήτως συμμετοχής σε εργοδοτικούς φορείς.
Η επέκταση μιας κλαδικής σύμβασης πραγματοποιείται με υπουργική απόφαση και συνεπάγεται ότι οι μισθολογικοί και θεσμικοί όροι της εφαρμόζονται πλέον καθολικά. Αυτό σημαίνει ότι εργαζόμενοι που αμείβονται σήμερα με τον κατώτατο μισθό θα πρέπει να λαμβάνουν τις υψηλότερες αποδοχές που προβλέπει η κλαδική σύμβαση, ανάλογα με την ειδικότητα και τη βαθμίδα τους. Δεδομένου ότι οι κλαδικοί μισθοί υπερβαίνουν σχεδόν πάντα τον κατώτατο, οι αυξήσεις σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να φτάσουν έως και το 30%.
Οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό επηρεάζουν και άλλες παροχές. Οι τριετίες, που συνδέονται άμεσα με το ύψος του βασικού μισθού, αναπροσαρμόζονται προς τα πάνω, όπως και τα επιδόματα του ΟΠΕΚΑ για ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Παράλληλα, ανοδική πορεία αναμένεται και για το επίδομα ανεργίας, το οποίο σήμερα διαμορφώνεται λίγο πάνω από τα 540 ευρώ, καθώς και για το ημερομίσθιο ανεργίας.
Στο ίδιο πακέτο παρεμβάσεων εντάσσεται και η νέα φορολογική κλίμακα που τίθεται σε ισχύ από την Πρωτοχρονιά. Οι αλλαγές οδηγούν σε μικρότερη παρακράτηση φόρου για τους μισθωτούς με ετήσια εισοδήματα άνω των 10.000 ευρώ, αυξάνοντας έτσι τις καθαρές μηνιαίες αποδοχές. Το όφελος είναι εντονότερο για τις οικογένειες με παιδιά και για τους νέους έως 30 ετών, ενώ όσο υψηλότερο είναι το εισόδημα, τόσο μεγαλύτερη είναι και η φορολογική ελάφρυνση.
Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα εργαζομένου στον ιδιωτικό τομέα με τέσσερα προστατευόμενα τέκνα και ετήσιο εισόδημα 30.000 ευρώ, ο οποίος θα δει ετήσια αύξηση καθαρών αποδοχών που ξεπερνά τα 4.000 ευρώ, δηλαδή σχεδόν 300 ευρώ τον μήνα. Αντίθετα, περιορισμένο ή μηδενικό παραμένει το όφελος για χαμηλόμισθους χωρίς παιδιά, γεγονός που αναδεικνύει τον έντονα στοχευμένο χαρακτήρα των φορολογικών αλλαγών.

