Πώς οι τράπεζες αντιμετωπίζουν τους δανειολήπτες που έχουν ενταχθεί στον νόμο Κατσέλη

0

Οι τράπεζες επιβάλλουν υπερβολικά υψηλά επιτόκια σε ρυθμίσεις που αφορούν την προστασία της πρώτης κατοικίας – Ποιες είναι οι αποφάσεις των δικαστηρίων.

Ακόμη και μετά την αποδοχή των αιτημάτων τους από τα δικαστήρια σύμφωνα με τον νόμο Κατσέλη, πολλοί υπερχρεωμένοι δανειολήπτες αναγκάζονται να προσφύγουν ξανά στη Δικαιοσύνη. Αυτό συμβαίνει προκειμένου να αντιμετωπίσουν μια διαδεδομένη πρακτική των τραπεζών, η οποία οδηγεί σε αύξηση της μηνιαίας δόσης που πρέπει να καταβάλουν, ξεπερνώντας τα όρια αντοχής τους, προκειμένου να διατηρήσουν την προστασία της κύριας κατοικίας τους από πλειστηριασμό.

Σύμφωνα με νομικούς, οι τράπεζες εκμεταλλεύονται την αοριστία ορισμένων δικαστικών αποφάσεων που αφορούν τον υπολογισμό του τόκου σε περιπτώσεις όπου έχει γίνει ρύθμιση από το δικαστήριο βάσει του νόμου Κατσέλη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι οφειλέτες να καταβάλλουν δόσεις για εκτενή χρονικά διαστήματα, προκειμένου να διασφαλίσουν την προστασία της κατοικίας τους.

Οι διαφορές μπορεί να είναι σημαντικές, ανάλογα με τον τρόπο υπολογισμού του τόκου. Εάν ο τόκος υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο που έχει καθορίσει το δικαστήριο επί του συνολικού εκκρεμούς υπολοίπου της οφειλής, τότε το ποσό της συνολικής μηνιαίας δόσης εκτοξεύεται σε πολύ υψηλά επίπεδα, καθιστώντας αδύνατη την εξυπηρέτηση της ρύθμισης. Αντίθετα, αν το επιτόκιο υπολογίζεται επί της μηνιαίας δόσης, η συνολική μηνιαία καταβολή αυξάνεται μόνο ελάχιστα.

Πολλοί δανειολήπτες, οι οποίοι ίσως δεν συνειδητοποιούν το λάθος τους, προσπαθούν να εξοφλήσουν τη «φουσκωμένη» δόση τους και καταλήγουν σε απόγνωση. Πολλοί από αυτούς απευθύνονται σε δικηγόρους και εισέρχονται σε μια νέα διαδικασία, μετά από τα πολλά χρόνια που απαιτήθηκαν, συνήθως, για να δικαιωθούν βάσει του νόμου Κατσέλη. Αυτοί που επιλέγουν αυτή την οδό, ζητώντας από τα δικαστήρια να εκδώσουν διευκρινιστική απόφαση σχετικά με την αρχική, τελικά δικαιώνονται και καταφέρνουν να μειώσουν τη δόση τους στο «σωστό» επίπεδο, όπως αναφέρουν νομικοί.

Τα δικαστήρια δικαιώνουν τους οφειλέτες

Η έκδοση διευκρινιστικών αποφάσεων συνεχίζεται αδιάκοπα τους τελευταίους μήνες, με όλες να καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα: ο τόκος θα πρέπει να υπολογίζεται επί της μηνιαίας δόσης και όχι επί του συνολικού ανεξόφλητου κεφαλαίου. Δύο πρόσφατες σχετικές αποφάσεις, οι οποίες δημοσιεύθηκαν με τη φροντίδα του δικηγόρου Αθηνών, Μιχαήλ Κούβαρη, επιβεβαίωσαν πλήρως τα δικαιώματα των δανειοληπτών: πρόκειται για την απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, αριθμός 9975/2024, και την απόφαση του Ειρηνοδικείου Χαλκίδας, αριθμός 335/2024.

Στην πρώτη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, αναφέρεται ότι ο οφειλέτης έχει αναλάβει την υποχρέωση να καταβάλει το ποσό των 43.977 ευρώ σε διάστημα 25 ετών (300 μήνες) για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του. Έτσι, το δικαστήριο καθόρισε τη μηνιαία δόση στα 146,59 ευρώ. Ωστόσο, η απόφαση δεν διευκρινίζει πλήρως τον τρόπο υπολογισμού των τόκων.

Στην απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης αναφέρεται ότι η έναρξη της περιόδου καταβολής των δόσεων ορίζεται από τον Ιούλιο του 2020. Οι πληρωμές θα πραγματοποιούνται εντός του πρώτου δεκαημέρου κάθε μήνα, με τόκο, χωρίς ανατοκισμό, και θα υπολογίζονται με το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο που ισχύει κατά την ημερομηνία αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος. Το επιτόκιο αυτό θα αναπροσαρμόζεται με βάση το επιτόκιο αναφοράς των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

«Πράγματι», όπως επισημαίνει το δικαστήριο, «η διατύπωση της προαναφερόμενης απόφασης είναι ασαφής και απαιτεί ερμηνεία, καθώς δεν διευκρινίζεται αν το επιτόκιο θα πρέπει να υπολογίζεται στην εκάστοτε μηνιαία δόση ή στο συνολικό κεφάλαιο. Από αυτή τη διατύπωση και με γνώμονα τον γενικότερο σκοπό του ν. 3869/2010, όπως αυτός αποτυπώνεται ρητά στην αιτιολογική του έκθεση, ο οποίος αποσκοπεί κυρίως στην επανένταξη του υπερχρεωμένου πολίτη στην οικονομική και κοινωνική ζωή μέσω της αποκατάστασης της οικονομικής ελευθερίας που συνεπάγεται η εξάλειψη των χρεών που δεν μπορεί να αποπληρώσει, προκύπτει ότι το δικάσαν Δικαστήριο δεν επιθυμούσε τον εκτοκισμό του συνολικού κεφαλαίου που ορίστηκε ως υποχρέωση για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του, αλλά για κάθε μηνιαία δόση αυτού».

Το δικαστήριο ερμηνεύει την απόφαση υπ’ αριθμ. 1906/2023 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας), συγκεκριμένα το διατακτικό της, σχετικά με τη διάταξη που αφορά τη διάσωση της κύριας κατοικίας του αιτούντος. Σύμφωνα με αυτήν, το επιτόκιο που αναφέρεται θα υπολογίζεται στην εκάστοτε μηνιαία δόση που έχει επιβληθεί από το Δικαστήριο και όχι στο συνολικό υπόλοιπο ανεξόφλητο κεφάλαιο που έχει καθοριστεί για την εν λόγω αιτία.

Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία που έχει δημοσιοποιήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η εκκαθάριση όλων των εκκρεμών υποθέσεων του νόμου Κατσέλη αναμενόταν να ολοκληρωθεί το 2024. Ένας σημαντικός αριθμός δανειοληπτών, από τους περίπου 47.000 που είχαν εκκρεμείς υποθέσεις, έχει δικαιωθεί στα δικαστήρια. Υπολογίζεται ότι περισσότεροι από τους μισούς έχουν εξασφαλίσει προστασία βάσει του νόμου Κατσέλη.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ