«Η Ελλάδα στο τέλος του καλοκαιριού – αρχές φθινοπώρου θα είναι μία από τις λίγες ευρωπαϊκές χώρες που θα έχουν ολοκληρωμένο σύστημα», επισήμανε ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος, μιλώντας στην ΕΡΤ και την εκπομπή «Στο Κέντρο» και τον Γιώργο Κουβαρά.
Συγκεκριμένα, αναφερόμενος στα λεγόμενα του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα σε σημερινή του συνέντευξη, ότι επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ παραδόθηκε το 68% της τηλεδιοίκησης, μεταξύ άλλων σημείωσε:
«Εμείς τα αμφισβητούμε αυτά τα στοιχεία και είναι στοιχεία τα οποία θα τα δει η προανάκριση. Διότι αυτή τη στιγμή τρέχουν τρεις ανεξάρτητες έρευνες, δύο δικαστικές και μία διοικητική που θα φέρουν όλα τα στοιχεία στην επιφάνεια και στη δημοσιότητα.
Αυτό το οποίο έχει συμβεί στην πραγματικότητα -γιατί τα χαρτιά που έφερε ο κ. Τσίπρας είναι απλά οι αιτήσεις για την εκταμίευση και απορρόφηση χρημάτων από την κοινοπραξία και όχι πρωτόκολλα παράδοσης παραλαβής- είναι ότι πρέπει κάποιος να παραλάβει ένα έργο, συγκεκριμένα ο ΟΣΕ από την ΕΡΓΟΣΕ, ή από την κοινοπραξία, για να πούμε ότι έχει ολοκληρωθεί. Τα πρωτόκολλα παράδοσης και παραλαβής έλεγαν ότι το έργο σταμάτησε το 2017 στο 18%. Αυτό σημαίνει ότι από τους 52 σταθμούς είχαν παραδοθεί 17 και με απόφαση της διοίκησης του ΣΥΡΙΖΑ, της διορισμένης διοίκησης ΟΣΕ του ΣΥΡΙΖΑ, είχαν κριθεί τα μισά από αυτά ως ακατάλληλα και προς επανακατασκευή.
Συνεπώς αμφισβητούμε 100% αυτό το οποίο λέει η αντιπολίτευση. Αυτό που εμείς πρέπει να πούμε είναι ότι, ναι και εμείς προχωρήσαμε το έργο, το ξεκολλήσαμε το 2021, έφτασε τελικά να ‘χουν παραδοθεί 36 σταθμοί από τους 52, όμως δεν το ολοκληρώσαμε. Είμαστε λίγους μήνες πριν, και αυτή είναι η δική μας ευθύνη. Αυτό είπε ο πρωθυπουργός. Ότι μέχρι τους τελευταίους μήνες του καλοκαιριού, αρχές του φθινοπώρου, αυτό το έργο -που σήμερα το έχουν ολοκληρωμένο δύο χώρες στην Ευρώπη, όχι παραπάνω- η Ελλάδα θα είναι μία από τις λίγες ευρωπαϊκές χώρες που θα έχουν ολοκληρωμένο σύστημα τηλεδιοίκησης».
Υπογράμμισε, ακόμη: «Θα περίμενα σήμερα ο κ. Τσίπρας να πει μια συγγνώμη (…) η ευθύνη δεν μπορεί να είναι αόριστη, πρέπει να έχει ονοματεπώνυμο. Θα περίμενα από τον κ. Τσίπρα να πει, ‘ζητώ συγγνώμη διότι αποψίλωσα την ανεξάρτητη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων από προσωπικό. Κάνοντας απόσπαση στο κόμμα και σε πολιτικά γραφεία, στελεχών αυτής της ανεξάρτητης αρχής’. Ο ρόλος των ανεξάρτητων αρχών για τέτοιες κρίσιμες υπηρεσίες είναι πάρα πολύ σημαντικός».
Κληθείς να απαντήσει τη θέση του κ. Τσίπρα, ότι υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων αφ’ ης στιγμής ο υιός του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ισίδωρου Ντογιάκου ήταν «μετακλητός στο γραφείο του υπουργού» (σ.σ του Κώστα Καραμανλή) – και, άρα, ο ίδιος στη θέση του θα είχε παραιτηθεί – ο κ. Σκέρτσος δήλωσε: «Ο κ. Καραμανλής δεν διώκεται ποινικά, δεν βλέπω καμία συσχέτιση. Δεν μπορώ να δεχθώ τέτοιου τύπου υποδείξεις προς τη δικαιοσύνη από οποιοδήποτε πολιτικό πρόσωπο».
Και στη συνέχεια, «ο κ. Τσίπρας έχει δείξει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται τη σχέση του με τη δικαιοσύνη. Όποτε τον βολεύει, βγαίνει και λέει ότι ‘υπάρχουν δικαστές στην Αθήνα’ και όταν η δικαιοσύνη καταδικάζει στελέχη του αμετάκλητα για πολύ σοβαρές υποθέσεις, παράβασης καθήκοντος δημοσίου λειτουργού, σφυρίζει αδιάφορα. Συνεπώς υποδείξεις προς τη δικαιοσύνη δεν νομίζω ότι μπορεί να κάνει».
Ως προς τις αλλαγές που έχουν κατά τη διακυβέρνηση των τελευταίων ετών συντελεστεί στο κράτος, μεταξύ άλλων ο ίδιος ανέφερε:
«Δεν λέγαμε ότι έχουμε αλλάξει το κράτος. Λέγαμε ότι είμαστε αποφασισμένοι να αλλάξουμε το κράτος. Έχουμε δώσει κάποια πρώτα δείγματα γραφής, τα οποία έχουν πείσει έως σήμερα τον κόσμο ότι κάνουμε συνειδητή, έντιμη προσπάθεια για να αλλάξουμε το κράτος, αλλά ταυτόχρονα γνωρίζουμε ότι ο “μεγάλος ασθενής” διαχρονικά είναι η ελληνική δημόσια διοίκηση, είναι το κράτος. Και με το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη ήρθαμε όλοι αντιμέτωποι με τη χειρότερη όψη αυτής της δημόσιας διοίκησης και ουσιαστικά με τη μη ανάληψη ευθύνης για ρόλους και θέσεις πάρα πολύ κρίσιμους που επηρεάζουν ανθρώπινες ζωές.
Αυτό το οποίο δυστυχώς λείπει από τη δημόσια διοίκηση -όχι από όλη τη δημόσια διοίκηση, από κάποιες νησίδες της, από κάποια μεγάλα κομμάτια της- είναι μια πραγματική ανάληψη ευθύνης, επίγνωση ότι αυτό το οποίο κάνει έχει μπορεί να επηρεάσει θετικά είτε αρνητικά τη ζωή των ανθρώπων, αλλά και μία αντίληψη των κινδύνων.
Δεν υπάρχει στην ελληνική δημόσια διοίκηση, δυστυχώς, σε μεγάλα κομμάτια της, μία διαδικασία εντοπισμού των κινδύνων θεραπείας, των κινδύνων συνεχούς ελέγχου, του κατά πόσο οι διαδικασίες που εφαρμόζουμε, οι άνθρωποι που τοποθετούμε σε κρίσιμες θέσεις, έχουν αυτή την εκπαίδευση και την αίσθηση της ευθύνης για να ανταποκριθούν στα καθήκοντά τους».
Ανάμεσα σε άλλα, ο κ. Σκέρτσος σημείωσε:
«Και ο πρωθυπουργός και ο Κώστας Καραμανλής έχουν πολλές φορές δημόσια πει για την αδύναμη θέση στην οποία βρίσκονταν οι ελληνικοί σιδηρόδρομοι από τη δημοσιονομική κρίση και μετά. Εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν χρεοκοπημένο οργανισμό, ο οποίος σας θυμίζω ότι το 2010 τέθηκε σε καθεστώς αναδιάρθρωσης. Έφυγαν 2.310 άνθρωποι, εκ των οποίων 830 ήταν σταθμάρχες μηχανοδηγοί και κλειδούχοι. Ουσιαστικά δηλαδή αποδυναμώθηκε πάρα πολύ το εθνικό σιδηροδρομικό δίκτυο.
Στη συνέχεια έγιναν πολύ σοβαρές περικοπές και σε μισθούς, σε δαπάνες και σε επενδύσεις που έπρεπε να γίνουν για τη συντήρηση και την αναβάθμιση του δικτύου. Η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μείωσε τον προϋπολογισμό του ΟΣΕ από 100 εκατομμύρια ετησίως σε 45 εκατομμύρια ετησίως. Από αυτά τα 45 εκατομμύρια τα 40 πήγαιναν σε μισθοδοσίες και μόνο τα 5 πήγαιναν σε συντήρηση δικτύου.
(…) Ο προϋπολογισμός του ΟΣΕ έχει αυξηθεί από 45 σε 75 εκατομμύρια ευρώ, ακριβώς διότι εμείς διαπιστώσαμε ότι έπρεπε να γίνουν επενδύσεις. Δεν προλάβαμε να ολοκληρώσουμε το έργο και της τηλεδιοίκησης και σήμανσης και των πρόσθετων προσλήψεων που έχουν δρομολογηθεί. Την προηγούμενη περίοδο είχαν φύγει 470 άνθρωποι από τον ΟΣΕ ως το 2019 και είχαν γίνει 26 προσλήψεις. Σήμερα έχουμε δρομολογήσει 200 προσλήψεις μέσω του ΑΣΕΠ για να ενισχύσουμε και άλλες 220 έκτακτες προσλήψεις έκτακτου προσωπικού. Συνολικά δηλαδή κοντά στις 420 προσλήψεις.
Ο κ. Σκέρτσος πρόσθεσε ακομη ότι ο πρωθυπουργός έχει ήδη ζητήσει μία διάγνωση τρωτότητας σε όλες τις κρίσιμες υποδομές, είτε αυτές αφορούν λιμάνια, είτε αφορούν λεωφορεία, είτε αφορούν αεροπλάνα, είτε οδικά δίκτυα.
Ενώ συνέχισε λέγοντας: «Ήδη όλα τα αρμόδια ελεγκτικά κλιμάκια κάνουν αυτόν τον έλεγχο τρωτότητας ώστε να μην υπάρχει ανασφάλεια ότι υπάρχουν υποδομές που μπορεί να κινδυνεύουν. Δεν αντέχουμε σε καμία περίπτωση νέα τέτοια δυστυχήματα».
Παρέθεσε λίστα δώδεκα νόμων που στόχο έχουν «να αυξήσουν τη λογοδοσία, να αυξήσουν τις πειθαρχικές κυρώσεις, να βελτιώσουν τον εσωτερικό έλεγχο, να έχουμε λιγότερα φαινόμενα διαφθοράς με ειδικό πλαίσιο για τις καταγγελίες κατά της διαφθοράς». Νόμοι που η κυβέρνηση έφερε στη Βουλή και υπερψήφισε η Νέα Δημοκρατία, αντιθέτως κατεψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, όπως είπε. «Αυτοί που τους καταψηφίζουν, δεν μπορεί να αποτελούν μέρος της λύσης», επέμεινε ο Ά. Σκέρτσος.
«Πρέπει να αποκτήσουμε σοβαρό εσωτερικό έλεγχο στο Δημόσιο»
Πρέπει να αποκτήσουμε, αυτό το οποίο γίνεται σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο, στον ιδιωτικό τομέα και σε άλλες δημόσιες διοικήσεις: σοβαρό εσωτερικό έλεγχο. Στο ελληνικό Δημόσιο στο ελληνικό κράτος, διαχρονικά, οι μονάδες εσωτερικού ελέγχου είναι κάποια ψυγεία όπου εκεί τοποθετούσαν οι εκάστοτε διοικήσεις τους ανεπιθύμητους υπαλλήλους. Η δουλειά όμως που πρέπει να επιτελέσει εσωτερικός έλεγχος είναι ουσιαστικά ένα παράλληλο σύστημα που η δουλειά του είναι να ελέγχει τον τρόπο με τον οποίο εκτελεί τις αρμοδιότητές του κάθε φορέας του Δημοσίου (…) Με κυρώσεις πειθαρχικές, μέχρι και την απόλυση.
(…) Το 2022 στο Ελληνικό Δημόσιο, για πρώτη φορά, έγιναν 70 απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων. Αντίστοιχα στην ελληνική Δικαιοσύνη, επίσης για πρώτη φορά τον προηγούμενο χρόνο, τέθηκαν εκτός υπηρεσίας περίπου 40 δικαστές, σύμφωνα με το υπουργείο Δικαιοσύνης, διότι δεν εκτελούσαν καλά τα καθήκοντά τους.
«Χρειαζόμαστε διακυβέρνηση συνεργασιών, αλλά αυτοδύναμη κυβέρνηση»
Ως προς ενδεχόμενες μετεκλογικές συνεργασίες και το περιθώριο αυτοδυναμίας της ΝΔ στις εκλογές, ο υπουργός Επικρατείας ανέφερε:
«Προσωπικά πιστεύω ότι οι συνεργασίες είναι πολύ καλό πράγμα (…) Νομίζω ότι χρειαζόμαστε διακυβέρνηση συνεργασιών, αλλά αυτοδύναμη κυβέρνηση, διότι ζούμε σε πάρα πολύ δύσκολους καιρούς με πολλαπλές κρίσεις, εξωγενείς.
Η κυβέρνηση έχει δείξει ότι μπορεί να τις διαχειρίζεται αυτές τις κρίσεις. Εδώ, έχουμε όντως μια τεράστια αστοχία που όμως έχουμε αποδείξει ότι, όποτε αστοχεί αυτή η κυβέρνηση αναλαμβάνει την ευθύνη, κάνει σωστή διάγνωση προβλημάτων και αλλάζει προς το καλύτερο τα πράγματα.
Αυτό δεσμευόμαστε ότι θα κάνουμε και τώρα και ζητούμε ανανέωση της εμπιστοσύνης για να το πετύχουμε».
Πηγή: ΕΡΤ