Μεγάλη αύξηση στις ιδιωτικές δαπάνες για συνταγογραφούμενα και μη σκευάσματα φάρμακα αναδεικνύει η Μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών και του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας.
Οι πολίτες, το 2023, χρειάστηκε να βάλουν πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη πληρώνοντας συνολικά 1,812 δισ. ευρώ εκ των οποίων 734 εκατομμύρια έδωσαν για φάρμακα που αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ (έναντι 698 εκατ. ευρώ) συμμετέχοντας στη δημόσια εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη και 1,078 δισ. ευρώ για τα φάρμακα που δεν αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ ή οι ασθενείς επέλεξαν να τα αγοράσουν ιδιωτικά.
1,078 δισ. ευρώ έφτασαν το 2023 οι δαπάνες για τα φάρμακα που δεν αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ ή οι ασθενείς επέλεξαν να τα αγοράσουν ιδιωτικά
Αναλυτικότερα, από τα 1,078 δισ. ευρώ που πλήρωσαν οι ασθενείς για φάρμακα που επιβαρύνουν τους ίδιους, τα 391 εκατομμύρια αφορούν Μη Συνταγογραφούμενα Φάρμακα (ΜΗΣΥΦΑ) και τα 130 εκατ. φάρμακα της Αρνητικής Λίστας που δεν αποζημιώνονται. 557 εκατομμύρια ευρώ αφορούν συνταγογραφούμενα φάρμακα τα οποία όμως οι ασθενείς επέλεξαν να πληρώσουν οι ίδιοι. Πρόκειται για φάρμακα που κοστίζουν κατά μέσο όρο 7 ευρώ, ενώ η επίσκεψη στον γιατρό για συνταγογράφηση 10 ευρώ.
Ο ανάγκες του πληθυσμού για δαπάνες υγείας και φαρμάκου συνεχίζουν να επηρεάζονται από τις δημογράφικές τάσεις και εξελίξεις, όπως το αρνητικό φυσικό ισοζύγιο (γεννήσεις – θάνατοι) όπου παρατηρείται μείωση κατά 64 χιλιάδες άτομα (2022) οδηγώντας σε σταδιακή μείωση του συνολικού πληθυσμού.
Ενώ το υψηλό προσδόκιμο επιβίωσης (81,6 έτη για το 2023), σε συνδυασμό με την αύξηση του γηραιότερου πληθυσμού (άνω των 65 και 80ετών) από 22,9% του συνολικού πληθυσμού το 2023 στο 32,8% το 2070 και από 7,3% στο 15,3% αντίστοιχα, προμηνύουν επιδείνωση και εντονότερες πιέσεις στα υγειονομικά και ασφαλιστικά συστήματα.
Από την πλευρά των δαπανών υγείας, η συνολική χρηματοδότηση στην Ελλάδα υποχώρησε κατά -22,2% την περίοδο 2009-2022 (+10,3% στις Νότιες χώρες, +28,6% στην ΕΕ), και διαμορφώθηκε στα 17,6 δισεκ. ευρώ το 2022 (8,5% του ΑΕΠ). Η δημόσια χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας μειώθηκε κατά -29,3% (+6,3% στις Νότιες χώρες, +32,5% στην ΕΕ) την ίδια περίοδο, και διαμορφώθηκε στα 10,9 δισεκ. ευρώ το 2022 (5,3% του ΑΕΠ).
Μείωση της δημόσιας χρηματοδότησης
Η μείωση της δημόσιας χρηματοδότησης είχε ως αποτέλεσμα τη μετατόπιση των δαπανών για την υγεία στον ιδιωτικό τομέα, όπου οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας ανήλθαν στο 38% το 2022 (26,6% στις χώρες του Νότου, 18,7% στην ΕΕ). Στον τομέα των δαπανών για φαρμακευτική κάλυψη, η φαρμακευτική δαπάνη (εξωνοσοκομειακή και νοσοκομειακή) διαμορφώθηκε στα 6,2 δισεκ. ευρώ το 2022, με εκτίμηση για 7,1 δισεκ. ευρώ το 2023.
Η δημόσια δαπάνη έφτασε τα 2,7 δισεκ. ευρώ το 2022 με εκτίμηση για περαιτέρω μικρή αύξηση το 2023 στα 2,8 δισεκ. ευρώ. Η συμμετοχή της βιομηχανίας στη φαρμακευτική δαπάνη αυξήθηκε το 2022 στα 2,9 δισεκ. ευρώ, έναντι 2,4 δισεκ. ευρώ το 2021.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, για το 2023 η συμμετοχή της φαρμακοβιομηχανίας θα αυξηθεί περαιτέρω φτάνοντας τα 3,5 δισεκ. ευρώ, ενώ ομοίως και η συμμετοχή των ασθενών παρουσιάζει αύξηση η οποία εκτιμάται θα ανέλθει στα 734 εκατ. ευρώ αντίστοιχα.
Τέλος, σύμφωνα με την Μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών και του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας, λιγότερη φαρμακευτική καινοτομία φτάνει στους Έλληνες ασθενείς, καθώς από τα 167 νέα φάρμακα που εγκρίθηκαν κατά την περίοδο 2019–2022, μόλις τα 79 (47%) εισήχθησαν στην Ελλάδα, ενώ μόνο 43 από αυτά είναι σήμερα ευρέως διαθέσιμα στην ελληνική αγορά.
Αυξήσεις στα φάρμακα
Θυμίζουμε πως αυξήσεις σε 850 ευρείας χρήσης φάρμακα προβλέπει η σχετική υπουργική απόφαση που τέθηκε σε ισχύ από τις 26 Αυγούστου. Στις περισσότερες των περιπτώσεων οι αυξήσεις κυμαίνονται από 1 έως και 5 ευρώ με τον υπουργό Υγείας, Άδωνι Γεωργιάδη, να λέει πως οι αυξήσεις αφορούν «διάφορα φθηνά φάρμακα» και πως «πρόκειται για προσαρμογές τιμών».
Ενδεικτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου, με βάση τη λίστα που δημοσίευσε ο ΕΟΦ, σε 445 σκευάσματα η αύξηση θα είναι έως 99 λεπτά, σε 152 από 1 έως 1,99 ευρώ, σε 90 από 2 έως 2,99 ευρώ, σε 50 σκευάσματα από 3 έως 3,99 ευρώ και σε 59 σκευάσματα από 4 έως 4,99 ευρώ.
Όπως αποκάλυψαν «Τα Νέα» οι ασφαλισμένοι θα επιβαρυνθούν συνολικά περί τα 30 εκατ. ευρώ επιπλέον, καθώς οι ανατιμολογήσεις στα σκευάσματα δρομολογεί παράλληλα κι αυξήσεις στη συμμετοχή τους.
Αυξήσεις σε 850 φάρμακα περιλαμβάνει η λίστα με τις τελικές προτεινόμενες τιμές 1.243 σκευασμάτων που ανήρτησε ο Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΟΦ).
Ενδεικτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου, με βάση τη λίστα που δημοσίευσε ο ΕΟΦ, σε 445 σκευάσματα η αύξηση θα είναι από 1 έως 99 λεπτά, σε 152 από 1 έως 1,99 ευρώ, σε 90 από 2 έως 2,99 ευρώ, σε 50 σκευάσματα από 3 έως 3,99 ευρώ και σε 59 σκευάσματα από 4 έως 4,99 ευρώ.
Η πιο ακραία αύξηση είναι της τάξης των 448% και παρατηρείται σε ένα σκεύασμα του οποίου η λιανική τιμή σήμερα είναι 0,96 και, σύμφωνα με την προτεινόμενη λιανική τιμή, θα κοστίζει 5,26 ευρώ. Να σημειωθεί ότι οι νέες τιμές αναμένεται να ισχύσουν από το φθινόπωρο.
Οι συνέπειες στους ασθενείς
Τα φάρμακα που περιλαμβάνει η λίστα είναι, σε γενικές γραμμές, φθηνά και κάθε είδους (από ορούς και αντιβιοτικά μέχρι αντικαταθλιπτικά, αντιφλεγμονώδη κ.λπ.). Υπενθυμίζεται ότι πρόκειται για την τελική προτεινόμενη από τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων λίστα η οποία προέκυψε μετά την επεξεργασία λίστας που είχε θέσει στις 20 Ιουνίου σε δημόσια διαβούλευση ο ΕΟΦ έπειτα από τα αιτήματα αναπροσαρμογής τιμών που είχαν καταθέσει οι κάτοχοι φαρμακευτικών προϊόντων.
Τα φάρμακα που περιλαμβάνει η λίστα είναι σε γενικές γραμμές φθηνά και κάθε είδους
Σύμφωνα με τους γνωρίζοντες την κατάσταση της αγοράς φαρμάκων, στην Ελλάδα πολλά σκευάσματα πωλούνται σε χαμηλές τιμές, τόσο που να μη συμφέρει οικονομικά τις φαρμακευτικές εταιρείες η κυκλοφορία τους στην Ελλάδα. Αυτό είχε συνήθως ως αποτέλεσμα είτε την έλλειψη του συγκεκριμένου φαρμάκου είτε τον κίνδυνο να αποσυρθεί, με αποτέλεσμα ο ασθενής να μείνει ακάλυπτος στη θεραπεία του και να αναγκαστεί να αναζητήσει κάποιο άλλο φάρμακο (το οποίο πολλές φορές είναι ακριβότερο), είτε να αναγκάζεται να το προμηθεύεται (και πάλι ακριβότερα) μέσω ΙΦΕΤ.
«Οι αυξήσεις έχουν στόχο τον εξορθολογισμό της αγοράς» λέει στα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου Απόστολος Βαλτάς.
«Ενα φάρμακο που η εταιρεία που το παράγει δηλώνει ότι είναι μη βιώσιμη οικονομικά η παραμονή του στην ελληνική αγορά θα πρέπει να το στηρίξουμε με μια λελογισμένη αύξηση, για να μπορέσουμε να το κρατήσουμε στην ελληνική αγορά, για να μην έχουμε ελλείψεις και να μη δημιουργούνται προβλήματα στη θεραπεία των ασθενών».
Μείωσε τις προβλέψεις της για τις πωλήσεις εμβολίων το 2024 η βρετανική φαρμακοβιομηχανία GSK, καθώς τα τριμηνιαία έσοδα για τον έρπητα ζωστήρα και τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό (RSV) κινήθηκαν χαμηλότερα από τις προσδοκίες οδηγώντας τις μετοχές της χαμηλότερα.
Το στοίχημα της CEO Emma Walmsley να επικεντρωθεί σε φάρμακα και εμβόλια για λοιμώδεις νόσους, συμπεριλαμβανομένου του νέου εμβολίου για τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό (RSV) Aexvy έχει αποδώσει, καθώς η GSK αντιμετωπίζει έναν συνδυασμό λήξεων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και μείωσης εσόδων από τα τρέχοντα best-seller μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας.
Οι οικονομικές επιδόσεις των εμβολίων
Ωστόσο, οι πωλήσεις του δεύτερου τριμήνου του Arexvy, που κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ πέρυσι και κατέλαβε τα δύο τρίτα της αγοράς, πλήττοντας την ανταγωνίστρια Pfizer’s έφτασαν τα 62 εκατ. λίρες, κάτω από τη μέση πρόβλεψη των αναλυτών για 70 εκατ. λίρες.
Οι πωλήσεις του εμβολίου κατά του έρπητα ζωστήρα Shingrix – του μεγάλου υπερπαραγωγικού φαρμάκου της GSK πριν από την Arexvy – κινήθηκαν επίσης πολύ κάτω από τις προσδοκίες της αγοράς στα 832 εκατ. λίρες.
Οι μετοχές της GSK υποχώρησαν ενδοσυνεδριακά κατά 2,2% καταγράφοντας την μεγαλύτερη ημερήσια πτώση σε ένα μήνα και τη μεγαλύτερη σταθμισμένη οπισθοδρόμηση στον FTSE 100.
Αυτό συνέβη παρά το γεγονός ότι η εταιρεία ξεπέρασε τις προβλέψεις για τα αποτελέσματα του δεύτερου τριμήνου και αύξησε τις εκτιμήσεις για τις πωλήσεις και τα κέρδη για ολόκληρο το έτος, με τις πωλήσεις φαρμάκων για τον καρκίνο, τον HIV και άλλων ειδικών φαρμάκων να αναμένεται να αντισταθμίσουν τη χαμηλότερη ανάπτυξη των εμβολίων.
«Η GSK ανέφερε καλά αποτελέσματα ξεπερνώντας τις προσδοκίες για τα έσοδα και το EPS και αύξησε τις προοπτικές πλήρους έτους, αλλά οι μετοχές είναι πιο αδύναμες καθώς οι επενδυτές αφομοιώνουν την αβεβαιότητα σχετικά με τη χαμηλότερη ζήτηση στις ΗΠΑ για δύο βασικά εμβόλια» εξηγεί στο Reuters η Lucy Coutts, επενδυτική διευθύντρια στην εταιρεία διαχείρισης πλούτου. JM Finn, η οποία κατέχει μετοχές της GSK.
Το φρένο από τις ΗΠΑ
Η απόφαση της υπηρεσίας δημόσιας υγείας των ΗΠΑ τον περασμένο μήνα να περιορίσει τη συνιστώμενη ηλικία για τη χρήση των εμβολίων RSV και να καθυστερήσει τη σύσταση για ενήλικες κάτω των 60 ετών ανησύχησε τους επενδυτές, οι οποίοι ήλπιζαν σε μια μεγαλύτερη αγορά για την Arexvy αυτό το χειμώνα. Οι μετοχές υποχώρησαν 6% την επομένη της ανακοίνωσης της απόφασης.
Η Walmsley χαρακτήρισε «έκπληξη» την αναβολή της απόφασης για τους νεότερους. Η GSK θα μοιραστεί πρόσθετα δεδομένα με τις υπηρεσίες των ΗΠΑ μέχρι το τέλος αυτού του έτους, είπε.
Επικαλούμενη την απόφαση του αμερικανικού οργανισμού, η GSK μείωσε τις προβλέψεις της για τις πωλήσεις εμβολίων το 2024. Τώρα αναμένει ότι η επιχείρηση αυτή θα αναπτυχθεί με χαμηλό έως μεσαίο μονοψήφιο ποσοστό, από μια προηγούμενη προσδοκία για υψηλό μονοψήφιο έως χαμηλό διψήφιο ποσοστό.
Κέρδη ανά μετοχή
Η GSK ανακοίνωσε βασικά κέρδη ανά μετοχή (EPS) β’ τριμήνου 43,4 πένες για πωλήσεις 7,88 δισ. λιρών, ξεπερνώντας τις μέσες προβλέψεις των αναλυτών για 38,9 πένες και 7,51 δισ. λίρες αντίστοιχα, σύμφωνα με εκτιμήσεις συναίνεσης που καταρτίστηκαν από την εταιρεία.
Αναμένει τώρα ότι το 2024 τα βασικά κέρδη ανά μετοχή θα αυξηθούν μεταξύ 10% και 12%, από προηγούμενη πρόβλεψη για αύξηση 8% έως 10%. Αυτή είναι η δεύτερη φορά φέτος που αυξάνει τις προβλέψεις της για τα κέρδη του 2024.
Οι πωλήσεις για το έτος προβλέπεται να αυξηθούν μεταξύ 7% και 9%, από προηγούμενο εύρος αύξησης 5% έως 7%.