Ελεγκτικό Συνέδριο: Σκληρή κριτική για δημόσια έργα, υγεία, παιδεία – Ποιες οι ελλείψεις, τα λάθη και οι μεγάλες αδυναμίες

0
Μεγάλες αδυναμίες, ελλείψεις και λάθη καταγράφει το Ελεγκτικό. Πού οφείλονται οι μεγάλες καθυστερήσεις στην εκτέλεση δημόσιων έργων. «Καμπανάκι» για το «Βοήθεια στο Σπίτι». Τι προβλήματα βλέπει στις τράπεζες

 

Οι αδυναμίες, οι ελλείψεις, τα λάθη και οι παραλείψεις της ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης, οι οποίες επιβαρύνουν οικονομικά το Δημόσιο, καταγράφονται στην ετήσια έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η οποία δημοσιεύθηκε.
Το Ελεγκτικό Συνέδριο συγκέντρωσε τα πορίσματα των εκθέσεών του, οι οποίες συντάσσονται μετά από ελέγχους που πραγματοποίησε κατά το τελευταίο έτος στον Δημόσιο και ευρύτερο Δημόσιο τομέα και τις ταξινόμησε σε 24 βασικές μεγάλες θεματικές ενότητες, προτείνοντας παράλληλα λύσεις για τις αδυναμίες της κρατικής μηχανής, που σε κάποιες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του τραγικού δυστυχήματος των Τεμπών, έχουν ως αποτέλεσμα ακόμα και την απώλεια της ανθρώπινης ζωής.
Τα διεξοδικά πορίσματα του Ελεγκτικού Συνεδρίου αφορούν καίριους τομείς του Δημόσιου τομέα, των ΟΤΑ, κ.λπ. Ξεκινούν από την έμφυλη βία, προχωρούν στην υγεία, στα νοσήλια, στους ανέργους, στο ύψος τελών των δήμων, στην ανακύκλωση, στη λειτουργία της ΕΡΤ, στις καθυστερήσεις στα έργα, ακόμα και στο πρόγραμμα βοήθειας στο σπίτι, ενώ χαρακτηριστικό είναι ότι αναφορικά με το χρηματοπιστωτικό σύστημα και τα «κόκκινα δάνεια», το Ελεγκτικό Συνέδριο σημειώνει μεταξύ άλλων ότι «το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας δεν έχει τις δέουσες αρμοδιότητες για την αντιμετώπιση των προβλημάτων».
Δημόσια έργα: Καθυστερήσεις κατά την εκτέλεσή τους
Τα συμπεράσματα του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τα αίτια των καθυστερήσεων κατά την εκτέλεση δημόσιων έργων έχουν ως εξής:
«Διαπιστώθηκαν πολύ μεγάλες καθυστερήσεις κατά την εκτέλεση των δημόσιων έργων. Χορηγήθηκαν παρατάσεις στα 2/3 του συνόλου των έργων, ενώ η εκτέλεση των έργων αυτών διήρκησε κατά μέσο όρο 2,5 φορές περισσότερο από όσο είχε αρχικά εκτιμηθεί. Ελάχιστοι φορείς δεν εμφάνισαν τη συστημική αυτή παθογένεια, συνεπεία των πρακτικών που εφάρμοσαν.
Οι φορείς κατά κανόνα αποδέχονται τα αιτήματα παράτασης των αναδόχων και δεν αναζητούν την τυχόν ευθύνη τους για την επέλευση των καθυστερήσεων. Δεν προκύπτει ότι η επίβλεψη των έργων ασκείται με την ενδεδειγμένη επιμέλεια. Η χορήγηση παρατάσεων δεν αιτιολογείται με επάρκεια αλλά στερεοτυπικά. Σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν επαληθεύθηκε από τον έλεγχο ότι οι καθυστερήσεις οφείλονται στις περιστάσεις που αναφέρονται στις αποφάσεις χορήγησης παρατάσεων.
Σε πολλές περιπτώσεις, οι καθυστερήσεις οφείλονται σε σφάλματα του φορέα κατά την κατάρτιση της μελέτης και των τευχών δημοπράτησης. Κατά τον καθορισμό των προθεσμιών ολοκλήρωσης των έργων δεν λαμβάνονται υπόψη ουσιώδεις παράγοντες που αναμένεται να επηρεάσουν την εκτέλεσή τους.
Διαπιστώθηκαν σημαντικές καθυστερήσεις κατά την τήρηση των διαδικασιών ή την εκτέλεση ενεργειών που συνδέονται με την εκτέλεση των έργων, οι οποίες εμπίπτουν στη σφαίρα ευθύνης των φορέων κατασκευής ή τρίτων φορέων.
Η εφαρμογή των σχετικών με την εκτέλεση των δημόσιων έργων διατάξεων του ν. 4782/2021 εκτιμάται ότι θα συμβάλει στην ταχύτερη ολοκλήρωσή τους».
Τράπεζες και «κόκκινα» δάνεια
Σχετικά με τη χρηματοδότηση από τις τράπεζες και τα «κόκκινα» δάνεια, το Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο αναφέρει:
«Παρά τη σοβαρή δημοσιονομική εμπλοκή του κράτους υπέρ των τραπεζών, εξακολουθούν να υφίστανται χαρακτηριστικές αποκλίσεις από τη χρηματοπιστωτική κανονικότητα. Το γεγονός αυτό δικαιολογεί κατ’ αρχήν την περαιτέρω επέμβαση του κράτους ως δημόσιας εξουσίας που επιδιώκει τον σκοπό δημοσίου συμφέροντος της πλήρους αποκατάστασης της χρηματοπιστωτικής κανονικότητας. Υφίστανται τουλάχιστον τρία εξαιρετικού χαρακτήρα αίτια που εξηγούν τη μειωμένη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας από τις τράπεζες: (i) τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, (ii) η λεγόμενη αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση και (iii) η ηθική χαλάρωση λόγω καθυστερήσεων στη ρευστοποίηση των εξασφαλίσεων των «κόκκινων» δανείων. Τα αίτια αυτά στοιχειοθετούν επιτακτική ανάγκη, ικανή να δικαιολογήσει την επέμβαση του κράτους προς άρση τους.
Η Πολιτεία έχει θεσπίσει μέτρα για την πλήρη αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Σε αυτά συγκαταλέγονται: (i) η παράταση του χρόνου λειτουργίας του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, (ii) η θέσπιση και η εν συνεχεία επέκταση του προγράμματος Ηρακλής προς στήριξη των τραπεζών προκειμένου να απαλλαγούν από τα «κόκκινα» δάνεια που βαρύνουν τους ισολογισμούς τους, (iii) η καταπολέμηση της ηθικής χαλάρωσης με τον εντοπισμό των στρατηγικών κακοπληρωτών και την προστασία των ευάλωτων οφειλετών τραπεζών και (iv) η διευθέτηση της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης, ώστε να μην προκαλεί στρέβλωση στη συμπεριφορά των τραπεζών.
Αναλύοντας τα ληφθέντα μέτρα υπό το πρίσμα της αρχής της αναλογικότητας, διαπιστώνεται ότι (i) το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας δεν έχει τις δέουσες αρμοδιότητες προς αντιμετώπιση των εντοπισθέντων προβλημάτων, (ii) το πρόγραμμα Ηρακλής παρά την προσφορότητά του για την αποαναγνώριση των «κόκκινων» δανείων από τον ισολογισμό των τραπεζών χρήζει κατά την εφαρμογή του διαρκούς παρακολούθησης, ώστε να αποδώσει τα αναμενόμενα χωρίς επέλευση δημοσιονομικής θυσίας και (iii) επιβάλλονται παρεμβάσεις ώστε να θεραπευθεί η ηθική χαλάρωση και εν γένει να αρθούν τα εμπόδια που οδηγούν τις τράπεζες σε επιφυλακτικές πολιτικές δανειοδότησης.
Ειδικότερα:
Ως προς τους ενωσιακούς φορείς που ασκούν εντοπισμένες αρμοδιότητες εποπτείας, καμία λύση στο πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων δεν είναι δυνατόν να επιλεγεί, αν δεν ελεγχθούν από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό οι συνέπειες που η λύση αυτή θα έχει στην κεφαλαιακή επάρκεια της τράπεζας. Καμία λύση δεν μπορεί ακόμα να δοκιμασθεί, που προϋποθέτει δημοσιονομική εμπλοκή του κράτους, αν δεν κριθεί από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας ότι η λύση αυτή δεν θα προκαλέσει ζήτημα τακτικής εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους. Ενώ, τέλος, καμία διευκόλυνση από το κράτος υπέρ των τραπεζών για να επανέλθουν στην κανονικότητα δεν θα ευδοκιμήσει, αν δεν εγκριθεί από τη Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ο τριπλός αυτός έλεγχος είναι ο πιο εμφανής και ο πλέον βέβαιος. Γιατί και άλλοι ενωσιακοί φορείς μπορεί να εκδηλώσουν κατά την πορεία το ενδιαφέρον τους να εμπλακούν στην αξιολόγηση της λύσης που αντιμετωπίζεται ή που δόθηκε ήδη.
Ως προς το πρόγραμμα Ηρακλής, ο έλεγχος κατέδειξε ότι υφίστανται σταθερά κριτήρια με τα οποία μπορεί να αξιολογηθεί ως προς την αποτελεσματικότητά του και να συγκριθεί με το σχέδιο Αργώ της Τράπεζας της Ελλάδος. Αναλύοντας το εκ πρώτης όψεως δυσπρόσιτο στον μη εξειδικευμένο με τα χρηματοπιστωτικά ζητήματα πρόγραμμα αυτό, το Ελεγκτικό Συνέδριο διέκρινε χρονικά τις τρεις φάσεις από τις οποίες θα διέλθει η εκτέλεσή του και έθεσε τον συγκεκριμένο κάθε φορά κανόνα για την εκτίμηση της επιτυχίας κάθε φάσης. Επιπλέον, διέγνωσε την ανάγκη να υπάρχει η δέουσα δομή και γνώση εντός της κρατικής μηχανής, σε επίπεδο τέτοιο που να μπορεί να ασκηθεί άμεσα και νομοθετική πρωτοβουλία, ώστε να αντιμετωπίζονται σε επίκαιρο χρόνο τα ζητήματα που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή του προγράμματος.
Ως προς την αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση, άλλως τις οριστικές και πλήρως εκκαθαρισμένες απαιτήσεις των τραπεζών έναντι του Δημοσίου, εξηγήθηκε για ποιους λόγους αυτή μπορεί να οδηγήσει σε στρέβλωση της συμπεριφοράς των τραπεζών, καθώς και γιατί η ύπαρξή της και μόνο προκαλεί εποπτική ανησυχία, διαπιστώθηκαν δε ορισμένα κριτήρια πάνω στα οποία μπορεί να στηριχθεί η κρίση για την αναλογικότητα των λύσεων που θα επιλεγούν ή έχουν επιλεγεί, ώστε να μετριασθεί η εποπτική ανησυχία.
Ως προς το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το οποίο αρχικώς είχε αντιμετωπισθεί ως ο κύριος αρμόδιος εθνικός φορέας για την αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στην Ελλάδα, το Ελεγκτικό Συνέδριο διαπίστωσε, με βάση την αρχή της αναλογικότητας, το περιορισμένο του ρόλου του λόγω ελλείψεως του κυρίου αντικειμένου του, που είναι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ή της απορρόφησης από την τραπεζική ένωση των βασικών αρμοδιοτήτων του εποπτείας.
Ως προς τους εξαιρετικούς κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης των τραπεζών, το Ελεγκτικό Συνέδριο θεωρεί ότι οι ρυθμίσεις που επιβλήθηκαν κατά την παρελθούσα δεκαετία και που εισάγουν υπέρμετρες δεσμεύσεις σε επίπεδο εταιρικής διακυβέρνησης πρέπει να εντοπισθούν και να μελετηθεί συναφώς αν αυτές τελούν σε συνάρτηση με τον επιδιωκόμενο βασικό σκοπό της αποκατάστασης της χρηματοπιστωτικής κανονικότητας της Χώρας.
Τέλος, στο μη οριστικώς επιλυθέν πρόβλημα της δυσχέρειας ρευστοποίησης των εξασφαλίσεων και το συναφές μείζον πρόβλημα της ηθικής διακινδύνευσης που προκαλείται εξ αυτού στον τραπεζικό χώρο, το Ελεγκτικό Συνέδριο περιορίστηκε απλώς στη διαπίστωση της ύπαρξης της παραμέτρου της ηθικής διακινδύνευσης, την οποία, αρκούμενο σε εκτίμηση με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας, αξιολογεί, χωρίς καθόλου να αγνοείται η κοινωνική διάσταση του προβλήματος, ως πολύ σημαντική για την απάντηση στο υπό έρευνα ερώτημα.
Οριζόντια πάντως διαπίστωση είναι ότι η πολυπλοκότητα της ενωσιακής εποπτείας σε συνδυασμό με το διακριτό τού έννομου αγαθού που κάθε αυτοτελής ενωσιακός φορέας έχει κληθεί να προστατεύσει, δυσχεραίνουν τη δράση των ελληνικών κυβερνήσεων ως υπεύθυνων πολιτικών φορέων αρμόδιων να συντονίσουν και εκτελέσουν μια συνεκτική αναπτυξιακή προσπάθεια για τη χώρα.
Στο κυρίως ερώτημα αν η δημοσιονομική παρέμβαση του κράτους συνέβαλε στην αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής κανονικότητας ώστε να οδηγήσει τις τράπεζες σε χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας, η απάντηση που προσήκει, ως αποτέλεσμα όλης της έρευνας που διεξήχθη, είναι ότι το κράτος επέλεξε μέτρα που μπορεί όντως να χαρακτηρισθούν ως πρόσφορα προς αντιμετώπιση του υπό έρευνα προβλήματος, το οποίο όμως δεν μπορεί να επιλυθεί, λόγω της πολυπλοκότητας αυτού, μόνο με τα ληφθέντα μέτρα. Αυτό πάντως δεν σημαίνει ότι δεν επιβάλλεται μια γενικότερη μελέτη και ανάλυση του συνόλου της σχετικής νομοθεσίας προκειμένου η ελληνική έννομη τάξη να διατηρήσει από αυτήν ό,τι είναι ακόμη αναγκαίο προς αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής κανονικότητας, να αποβάλει δε ό,τι στοιχειοθετεί κατάλοιπο της μνημονιακής κηδεμονίας».
ΕΣΥ, πανδημία και νοσοκομεία
Αναφορικά με το ΕΣΥ, την πανδημία και τον εξοπλισμό των νοσοκομείων, μεταξύ των άλλων, αναφέρει το ΕΣ:
«Η πανδημία ανέδειξε, όπως προκύπτει από τα νοσοκομεία που ελέγχθηκαν, αδυναμίες του δημόσιου συστήματος υγείας, τόσο σε οργανωτικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο χρόνιας ανεπάρκειας ανθρώπινων και υλικών πόρων.
Παρά την προσπάθεια που καταβλήθηκε για την προσήκουσα προπαρασκευή του δημόσιου συστήματος υγείας, τα επιχειρησιακά σχέδια των νοσοκομείων δεν περιελάμβαναν ποσοτικούς στόχους και προβλέψεις για την εξασφάλιση των αναγκαίων μέσων, για την αντιμετώπιση της αυξημένης ζήτησης κλινών εντατικής θεραπείας.
Μολονότι ο αριθμός των κλινών εντατικής θεραπείας αυξήθηκε σημαντικά, σε σύντομο χρονικό διάστημα, εξακολούθησε, σε πολλές περιπτώσεις, να υπολείπεται εκείνου που, κατά τις οικείες προδιαγραφές, κατ’ ελάχιστον απαιτείται.
Οι προϋπάρχουσες της εκδήλωσης της πανδημίας ελλείψεις σε νοσηλευτικό προσωπικό είχαν ως συνέπεια οι κλίνες εντατικής θεραπείας που αναπτύχθηκαν να μην καταστεί εφικτό όλες να στελεχωθούν, όπως από τις ισχύουσες προδιαγραφές για την οργανική σύνθεσή τους προβλέπεται.
Η πανδημία δοκίμασε τις αντοχές των νοσοκομείων της περιφέρειας που ελέγχθηκαν, όσον αφορά την από μέρους τους δυνατότητα νοσηλείας σε κλίνες εντατικής θεραπείας.
Κατά τα λοιπά, προέκυψαν τα ακόλουθα:
O επιχειρησιακός σχεδιασμός των δέκα νοσοκομείων που ελέγχθηκαν, ως προς την απόκρισή τους στην πανδημία, ολοκληρώθηκε εγκαίρως σε ορισμένα από αυτά. Δεν περιλάμβανε πρόγραμμα για την αντιμετώπιση της αυξημένης ζήτησης κλινών εντατικής θεραπείας.
Η διαχρονική έλλειψη επαρκούς αριθμού κλινών εντατικής θεραπείας στα δέκα νοσοκομεία που ελέγχθηκαν κατέστη εν μέρει δυνατόν να καλυφθεί.
Κατάλληλο και με τις απαραίτητες δεξιότητες υγειονομικό προσωπικό πολύ δύσκολα, υπό τις συνθήκες πίεσης της πανδημίας, θα μπορούσε να ανευρεθεί, με συνέπεια οι κλίνες εντατικής θεραπείας που διατέθηκαν για τα περιστατικά της νόσου στα νοσοκομεία που ελέγχθηκαν να μην καταστεί εφικτό όλες να στελεχωθούν, όπως από τις ισχύουσες προδιαγραφές για την οργανική σύνθεσή τους, προβλέπεται.
Παρά την ενίσχυσή τους για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, η πίεση, την περίοδο κορύφωσης της πανδημίας, προσέγγισε τα όρια των δυνατοτήτων των νοσοκομείων της περιφέρειας που ελέγχθηκαν, όσον αφορά τη νοσηλεία περιστατικών της νόσου σε κλίνες εντατικής θεραπείας».
Και προσθέτει:
«Οι συνθήκες αποθήκευσης και φύλαξης των αναλώσιμων υγειονομικών υλικών δεν διασφαλίζουν την προστασία τους από απώλειες και καταστροφές.
Η πραγματική διακίνηση του υλικού δεν αποτυπώνεται με ακρίβεια στο πληροφοριακό σύστημα. Ιδίως στα επιμέρους τμήματα των νοσοκομείων δεν παρακολουθείται η κίνηση και διάθεση του αναλώσιμου υγειονομικού υλικού.
Τα νοσοκομεία δεν γνωρίζουν τα πραγματικά αποθέματα υλικών που διαθέτουν, ούτε έχουν ενεργοποιήσει μηχανισμό ειδοποίησης ότι ένα είδος εξαντλείται, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε φαινόμενα ελλείψεων υλικών ή υπερεπάρκειας αυτών.
Τα διαγνωστικά και θεραπευτικά μηχανήματα προστατεύονται επαρκώς και συντηρούνται τακτικά, αν και υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης.
Η προτεραιοποίηση της πρόσβασης των ασθενών στα ιατρικά μηχανήματα γίνεται βάσει άτυπων πρακτικών. Δεν υφίσταται σύστημα επαλήθευσης ότι τα κριτήρια που εφαρμόζονται διασφαλίζουν την ισότιμη πρόσβαση των ασθενών στα ιατρικά μηχανήματα».
Σχετικά με τα θύματα έμφυλης βίας και τη Λειτουργία των ξενώνων φιλοξενίας, το ΕΣ αναφέρει:
«Ο αριθμός των αιτημάτων φιλοξενίας στους ξενώνες δεν είναι ανάλογος με τη γενικότερη έξαρση του φαινομένου της έμφυλης βίας κατά την τελευταία δεκαετία.
Ειδικότερα κατά τις περιόδους του εγκλεισμού λόγω της υγειονομικής κρίσης, ο αριθμός των αιτημάτων φιλοξενίας στους ξενώνες δεν ήταν ανάλογος του αυξημένου αριθμού των περιπτώσεων της έμφυλης βίας.
Η κτιριακή και υλικοτεχνική υποδομή της πλειονότητας των ξενώνων δεν πληροί τις απαιτήσεις υγιεινής και ασφάλειας.
Διαπιστώθηκαν ελλείψεις στις υπηρεσίες που παρέχονται στα θύματα έμφυλης βίας.
Διαπιστώθηκαν επίσης σημαντικές ελλείψεις στη στελέχωση των ξενώνων και κενά στην κατάλληλη εποπτεία και επιμόρφωση του προσωπικού τους.
Oι υπηρεσίες των ξενώνων δεν αξιολογούνται επαρκώς ώστε να ανασχεδιάζονται σύμφωνα με τις εκάστοτε ανάγκες και να βελτιώνονται. Οι στόχοι που τίθενται για την αξιολόγηση του έργου των ξενώνων έχουν μόνο ποσοτικό και όχι ποιοτικό χαρακτήρα.
Η διεύρυνση του πληθυσμού που εξυπηρετείται από τους ξενώνες ώστε να συμπεριλάβει τα θύματα πολλαπλών διακρίσεων δημιούργησε πρόσθετες ανάγκες».
«Βοήθεια στο σπίτι»
Για το πρόγραμμα «Βοήθεια στο σπίτι», το ΕΣ αναφέρει:
«Δεν πραγματοποιείται συστηματική διερεύνηση και καταγραφή των αναγκών κατ’ οίκον κοινωνικής φροντίδας τις οποίες προορίζεται να στηρίξει το πρόγραμμα “Βοήθεια στο σπίτι”.
Οι ανθρώπινοι και υλικοί πόροι του προγράμματος έχουν σταδιακά απομειωθεί.
Οι φορείς δεν εφαρμόζουν τυπικές διαδικασίες για τη λειτουργία του προγράμματος, ούτε αποτελεί αντικείμενο παρακολούθησης η παροχή και η ποιότητα των υπηρεσιών.
Το πρόγραμμα δεν έχει τα μέσα να ανταποκριθεί σε περιπτώσεις ατόμων με μεγάλη αδυναμία αυτοεξυπηρέτησης και πλήρη έλλειψη υποστηρικτικού περιβάλλοντος.
Το πρόγραμμα παρέχει περιορισμένο εύρος υπηρεσιών από τις δυνητικά προσφερόμενες με βάση το οικείο καθηκοντολόγιο ειδικοτήτων και με σχετικά χαμηλή συχνότητα.
Παρά τις αδυναμίες που διαπιστώθηκαν, οι ερωτηθέντες εξυπηρετούμενοι εξέφρασαν ικανοποίηση από τις υπηρεσίες που τους παρέχονται και θεωρούν ότι έχει βελτιωθεί το επίπεδο διαβίωσής τους.
Στο πλαίσιο χρηματοδότησης του προγράμματος, προβλεπόταν αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς του, η οποία δεν έχει μέχρι σήμερα διενεργηθεί».
Παιδεία και ανάγκες μαθητών
Για την παιδεία και τις ανάγκες των μαθητών, το ΕΣ αναφέρει:
«Κατά τον στρατηγικό σχεδιασμό παρατηρήθηκαν σημαντικές παραλείψεις, αφού στο στρατηγικό σχέδιο δράσης δεν ενσωματώθηκαν συγκεκριμένα στοιχεία που να τεκμηριώνουν τη συνάφεια των δράσεων με συγκεκριμένες βέλτιστες πρακτικές ή συγκεκριμένα μοντέλα συμπεριληπτικής εκπαίδευσης, ενώ το σχέδιο δράσης δεν αποτέλεσε αντικείμενο διαβούλευσης με τους ενδιαφερόμενους φορείς.
Όσον αφορά τη λειτουργία των Κέντρων Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης, τα οποία συντάσσουν γνωματεύσεις για τους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, προέκυψε ότι υφίσταται σημαντική υστέρηση του ρυθμού έκδοσης γνωματεύσεων εντός του έτους σε σχέση με τον αριθμό των αιτήσεων σε εκκρεμότητα. Αποτέλεσμα αυτής της καθυστέρησης είναι να υπάρχει σημαντικός αριθμός παιδιών που στερείται της ανάλογης υποστήριξης.
Η καθυστέρηση αυτή οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, όπως έλλειψη προσωπικού ή ψυχομετρικών εργαλείων και μαζική υποβολή των σχετικών αιτημάτων σε συγκεκριμένες περιόδους. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι δεν τηρείται μια τυποποιημένη διαδικασία ιεράρχησης των αιτήσεων, ενώ μικρό ποσοστό των ανωτέρω Κέντρων Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης τηρούν Μητρώο Γνωματεύσεων και ενημερώνουν τους γονείς για την ανάγκη επικαιροποίησης της γνωμάτευσης, όταν πλησιάζει η λήξη της ισχύος της.
Η έναρξη της υλοποίησης δράσεων από το στρατηγικό σχέδιο δράσης ήδη από το 2021 αποτελεί βήμα προόδου αλλά η εκτέλεση ορισμένων πολύπλοκων αλλά αναγκαίων δράσεων έχει καθυστερήσει σε σχέση με το χρονοδιάγραμμα.
Στο πλαίσιο της πραγματοποίησης μέτρων και παρεμβάσεων ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινωνικού συνόλου παρατηρήθηκε σημαντικός βαθμός ανομοιογένειας στο είδος και το πλήθος των δράσεων που υλοποιεί το κάθε Κέντρο Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης, με αποτέλεσμα το σύνολο του πληθυσμού πανελλαδικά να μην απολαμβάνει στον ίδιο βαθμό τα οφέλη των δράσεων αυτών.
Παρά τις θετικές γνωματεύσεις δεν παρέχεται σε όλα τα παιδιά που έχουν ανάγκη, σύμφωνα με τις γνωματεύσεις, η Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Κατά την ελεγχόμενη περίοδο, τα σχετικά αιτήματα καλύπτονται σε ποσοστό που κυμαίνεται από 90% έως 92%.
Δεν υφίσταται επαρκής τεκμηρίωση του αν όντως διατίθενται επαρκείς οικονομικοί πόροι για την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών, δεδομένου ότι στα σχετικά στοιχεία του Υπουργείου δεν περιλαμβάνεται εκτίμηση του συνολικού κόστους των αναγκών για την πλήρη κάλυψη της παροχής ειδικής αγωγής, ούτε και το σύνολο των κονδυλίων που δαπανώνται για την ειδική αγωγή. Κατά τη διαδικασία της κατανομής του προσωπικού, προκειμένου να καλύπτονται τα κενά, δεν τηρείται η αρχή της διαφάνειας, ενώ παραμένουν εκκρεμή για σημαντικό χρονικό διάστημα αιτήματα που αφορούν την παροχή υποστηρικτικού ατομικού εξοπλισμού σε μαθητές.
Το υφιστάμενο σύστημα καταγραφής και συλλογής δεδομένων δεν είναι κατάλληλο για την ειδική αγωγή και οι σχετικές δράσεις αναβάθμισής του δεν έχουν ακόμα υλοποιηθεί. Χρησιμοποιείται το πληροφοριακό σύστημα Myschool, το οποίο όμως δεν είχε αρχικά σχεδιαστεί για να περιλάβει και να επεξεργάζεται τα στοιχεία της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, τα οποία παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες, περαιτέρω, διαπιστώθηκε ότι κρίσιμα στοιχεία, όπως η σχολική διαρροή μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, δεν διατίθενται συστηματικά, ενώ ο συνολικός μηχανισμός συλλογής δεδομένων στερείται αξιοπιστίας.
Επιπλέον δεν υφίσταται ένας μηχανισμός συγκέντρωσης παραπόνων ή καταγγελιών που αφορούν την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση σε κεντρικό επίπεδο, ενώ χρήσιμη πληροφόρηση που περιέχεται σε εκθέσεις αποτίμησης υπηρεσιών εκπαίδευσης δεν αποτελεί συστηματικά αντικείμενο αξιολόγησης από την αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Παιδείας, ώστε να τύχει της κατάλληλης αξιοποίησης.
Περαιτέρω, δεν προκύπτει η τακτική διεξαγωγή ερευνών ικανοποίησης σε ετήσια βάση σε αντιπροσωπευτικό δείγμα μαθητών και γονέων αυτών, για να αξιολογηθεί ο βαθμός ικανοποίησης με την ποιότητα των παρεχόμενων εκπαιδευτικών υπηρεσιών, ούτε παρέχονται στοιχεία του πώς παρακολουθείται η σύνδεση της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης με την επαγγελματική αποκατάσταση και την ομαλή κοινωνική ένταξη».
Πηγή: euro2day.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ